Οι επιδράσεις στην ψυχική και συναισθηματική κατάσταση των παιδιών δεν είναι απόλυτα γνωστές

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τα παιδιά έχουν χωριστεί από την οικογένεια και τους φίλους τους, τα σχολεία παραμένουν κλειστά, ενώ υφίστανται και περιορισμούς σε σημαντικές για αυτά δραστηριότητες, όπως το παιχνίδι.

Οι επιστήμονες έχουν ήδη προσδιορίσει τις σωματικές επιπτώσεις της COVID-19 στους ανηλίκους, ωστόσο οι επιδράσεις στην ψυχική και συναισθηματική τους κατάσταση δεν είναι απόλυτα γνωστές, ιδιαίτερα από την οπτική των ίδιων των παιδιών.

Τι έκαναν οι επιστήμονες

Οι  Karen Ford, Andrea Middleton και Steven Campbell έλαβαν μέρος σε μια διεθνή μελέτη με παιδιά από έξι χώρες –το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ισπανία, τον Καναδά, την Σουηδία, τη Βραζιλία και την Αυστραλία, συγκεντρώνοντας παιδιά από αθλητικές και άλλες κοινωνικές ομάδες.

Κατά τη διάρκεια της έρευνας που δημοσιεύθηκε στο PLOS ONE, ρώτησαν τα παιδιά ηλικία 7-12 ετών για το πώς αξιολογούν τις πληροφορίες σχετικά με την COVID-19, για την κατανόησή τους γύρω από τον ιό και γιατί καλούνται να μείνουν στο σπίτι.

Η έρευνα, μάλιστα, διεξήχθη ενόσω υπήρχαν οι αυστηρότεροι περιορισμοί στην Ταζμανία, όπου βασίστηκε το αυστραλιανό τμήμα της μελέτης. Συνολικά, συμμετείχαν 49 παιδιά από την Ταζμανία και 390 διεθνώς.

Σημειώνεται ότι υπήρξαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών, όπως ο αριθμός των διαγνωσμένων περιστατικών και θανάτων από κορωνοϊό, καθώς και οι κυβερνητικές ενέργειες και τα επίπεδα των περιορισμών.

Για παράδειγμα, οι θάνατοι και τα κρούσματα ήταν πολύ υψηλότερα σε χώρες όπως η Βρετανία και η Βραζιλία συγκριτικά με την Αυστραλία και τα παιδιά στη Σουηδία συνέχιζαν να πηγαίνουν στο σχολείο, αντίθετα με τις άλλες χώρες που είχαν εφαρμόσει τηλε-εκπαίδευση.

Τα ευρήματα

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, πάνω από τα μισά παιδιά ήξεραν πολλά ή αρκετά για τον κορωνοϊό. Στα σχόλιά τους περιλαμβάνονταν ατάκες όπως:

  • «Είναι ένας χαζός ιός»
  • «Εξαπλώνεται πολύ γρήγορα»
  • «Μου λένε ότι δεν σκοτώνει τους ανθρώπους, αλλά ξέρω ότι άνθρωποι πεθαίνουν κάθε μέρα»

Κάποιες από τις ερωτήσεις τους ήταν:

  • «Πώς και πού ξεκίνησε;»
  • «Πώς μοιάζει ο κορωνοϊός σαν εικόνα;»
  • «Πώς σε κάνει χειρότερα;»

Κάποια παιδιά δήλωσαν ότι δεν θέλουν να μάθουν τίποτα περισσότερο για τον ιό:

  • «Είναι βαρετό»
  • «Δε θέλω να μάθω γι’αυτό γιατί σκοτώνει ανθρώπους και με στεναχωρεί»

Επιπλέον, τα παιδιά εξέφρασαν διαφορετικά συναισθήματα σχετικά με την COVID-19, αναφέροντας πως νιώθουν «ανήσυχα», «τρομαγμένα», «θυμωμένα» και «μπερδεμένα».

Γνώριζαν, πάντως, ότι ο ιός ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνος για τους ευάλωτους ανθρώπους:

«Μπορεί να σκοτώσει τους μεγάλους και τους μη υγιείς».

Και τους έλειπαν οι φίλοι και η οικογένειά τους:

«Πότε μπορούμε να επιστρέψουμε στο σχολείο;»

Όσον αφορά στην ενημέρωση, τα παιδιά αποκτούσαν πληροφορίες για την COVID-19 από διάφορες πηγές, κατά κύριο λόγο από τους γονείς και τους δασκάλους τους. Επίσης, από φίλους, τηλεοπτικά προγράμματα και από το διαδίκτυο και τα κοινωνικά δίκτυα.

Καταλάβαιναν τι καλείται η κοινωνία να κάνει και είχαν μάθει τη σημασία νέων λέξεων και όρων, οπότε γνώριζαν τι σημαίνει κοινωνική απόσταση και ότι έπρεπε να απέχουν τουλάχιστον 1,5 μέτρο. Γνώρισαν, επίσης, σημαντικά μηνύματα δημόσιας υγείας, όπως το πλύσιμο των χεριών, το να μην ακουμπούν το πρόσωπό τους και ότι έπρεπε να μείνουν στο σπίτι για να «σώσουν ζωές».

Γιατί έχει σημασία;

Τα παιδιά έχουν σημαντικό ρόλο στην απόκριση της κοινωνίας στην COVID-19. Συνεισέφεραν σημαντικά στον περιορισμό της εξάπλωσης του κορωνοϊού μένοντας μακριά από την οικογένεια και τους φίλους τους, αλλά και διακόπτοντας σημαντικές δραστηριότητες που ήταν κομμάτι της φυσιολογικής τους ζωής.

«Ωστόσο, οι επιπτώσεις στη ζωή και την συνολική κατάσταση των παιδιών δεν έχουν αναγνωριστεί σε μεγάλο βαθμό, πράγμα που θα πρέπει να γίνει, ευχαριστώντας τα για τον ρόλο τους», τονίζουν οι επιστήμονες.

Τα παιδιά έχουν το δικαίωμα της πληροφορίας σε μια μορφή κατάλληλη για την ασφάλειά τους και της ευκαιρίας να κάνουν ερωτήσεις και να μάθουν τι σημαίνει η COVID-19 για αυτά από τους ενήλικες που εμπιστεύονται, όπως οι γονείς και οι δάσκαλοί τους.

«Έχουν ερωτήσεις για την COVID-19, οι οποίες είναι διαφορετικές για κάθε παιδί, αλλά και δεν θέλουν όλα τα παιδιά την ίδια ποσότητα πληροφοριών», σημειώνουν οι Δρ. Ford, Middleton και Campbell.

Τι μπορούν να κάνουν οι ενήλικες

Οι ενήλικες θα πρέπει να βρουν τον χρόνο και τον τόπο για να κάνουν τέτοιες συζητήσεις με τα παιδιά. Μπορούν να ρωτήσουν:

  • «Τι θέλεις να μάθεις;»
  • «Τι θέλεις να ρωτήσεις;»

Η προσέγγιση αυτή δείχνει στα παιδιά ότι έχουν την ικανότητα να εντοπίσουν τις ανάγκες και τις ανησυχίες τους και ότι η πληροφορία που τους παρέχεται είναι σχετική και συναντά τις ανάγκες τους.

ΠΗΓΗ: typosthes.gr

Social media & sharing icons powered by UltimatelySocial