Μέσα στην εβδομάδα αναμένεται να επιστρέψει ο κύριος όγκος των αρχαιοτήτων που αποσπάστηκαν – Αρχές Απριλίου ξεκινά η επανατοποθέτησή τους

Στον φυσικό τους χώρο επιστρέφουν σταδιακά οι αρχαιότητες που αποσπάστηκαν από τον σταθμό Βενιζέλου του μετρό και το επόμενο διάστημα θα ξεκινήσει η επανατοποθέτησή τους.

Σύμφωνα με την απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) οι αρχαιότητες που θα επανατοποθετηθούν θα είναι σε ποσοστό 92% όσων αποσπάστηκαν και οι επιβάτες του σταθμού θα έχουν τη δυνατότητα να βλέπουν τις οικοδομικές φάσεις της ρωμαϊκής και ελληνιστικής Θεσσαλονίκης.

Τις επόμενες μέρες θα μεταφερθούν από τον αποθηκευτικό χώρο της Αττικό Μετρό Α.Ε. στο Καλοχώρι, με μεγάλα φορτηγά, τμήματα των αρχαιοτήτων που αποσπάστηκαν και με ειδικά γερανοφόρα οχήματα θα τοποθετηθούν στο επίπεδο -1 του σταθμού της Βενιζέλου.

Στον χώρο που θα μπουν οι αρχαιότητες οι εργασίες είναι πυρετώδεις. Καθαρίζονται και βάφονται τα σημεία όπου θα τοποθετηθούν τα αρχαία, καλύπτονται με νάιλον όσα έχουν μείνει εκεί και έχουν ήδη μεταφερθεί κάποια κομμάτια από άλλα επίπεδα.

Η επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων θα ξεκινήσει στις αρχές Απριλίου, μόλις ολοκληρωθεί η επιστροφή ενός σημαντικού αριθμού αρχαιοτήτων και αναμένεται να διαρκέσει ως το τέλος του χρόνου, με την εποπτεία της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης.

Η μελέτη επαναφοράς των αρχαιοτήτων εκπονήθηκε από τον αρχιτέκτονα-μηχανικό, Δημήτριο Κορρέ και σε αυτήν ενσωματώνεται το τεύχος στατικής μελέτης που συντάχθηκε από τον πολιτικό μηχανικό Δημήτρη Κουτσουρέλη.
Συνολικά τέσσερις μελέτες έχουν εγκριθεί τον Νοέμβριο του 2022 για την επανατοποθέτηση και την ανάδειξη των αρχαιοτήτων και  περιλαμβάνουν τις τεχνικές λεπτομέρειες, οι οποίες συνυπολογίζουν τη δομή, το είδος έδρασης και τις ειδικές απαιτήσεις που απορρέουν από το περιβάλλον και τα χαρακτηριστικά των αρχαίων κατάλοιπων.

Σύμφωνα με την απόφαση του ΚΑΣ «η επαναφορά των αρχαιοτήτων στον σταθμό Βενιζέλου είναι ένα έργο υψηλής εξειδίκευσης που εμπεριέχει δραστικές παρεμβάσεις σε όλη την έκταση και στο σύνολο των αρχαιοτήτων που αποκαλύφθηκαν, γεγονός που σημαίνει ότι αποκτά χαρακτηριστικά επέμβασης σε μνημείο».

Οι αρχαιότητες που επιστρέφουν έχουν επανέλθει στην αρχική τους μορφή, σύμφωνα με τις διεθνείς αρχές αποκατάστασης των μνημείων (Χάρτης της Βενετίας 1964), ενώ οι νέες συνθέσεις κονιαμάτων αποκατάστασης είναι συμβατές με τις αρχαίες και βασίζεται στις αναλύσεις των αυθεντικών δειγμάτων υλικών, που συλλέχθηκαν και αναλύθηκαν από το τμήμα Πολιτικών Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του Α.Π.Θ.

Στο Καλοχώρι οι αποθήκες της τεράστιας ανασκαφής

Οι αρχαιότητες της Βενιζέλου φυλάσσονται όλο αυτό το διάστημα στον μεγάλο αποθηκευτικό χώρο που διατηρεί η Αττικό Μετρό Α.Ε. στο Καλοχώρι, όπου βρίσκονται και τα εργαστήρια συντήρησης.

Εκεί φιλοξενούνται πάνω από 350.000 κινητά ευρήματα που έχουν στη διάρκεια των ανασκαφών για την κατασκευή όλων των σταθμών του μετρό, ενώ μόνο αυτά της βυζαντινής εποχής ξεπερνούν σε αριθμό τις 200.000.

Όλες οι αρχαιότητες -εκτός από τα χρυσά στεφάνια και τα κοσμήματα, που για λόγους προστασίας και ασφάλειας μεταφέρθηκαν σε άλλον χώρο- από το πιο μικρό θραύσμα μέχρι το μεγαλύτερο οικοδομικό κατάλοιπο, έχουν καθαριστεί και συντηρηθεί, ενώ επίσης έχουν φωτογραφηθεί και καταγραφεί.


Το παλίμψηστο της Θεσσαλονίκης – Οι 17 αιώνες ιστορίας

Η ανασκαφική έρευνα στον σταθμό Βενιζέλου κάλυψε μια έκταση 1.260 τ.μ. και έφερε στο φως τη διαχρονική μαρτυρία της πολεοδομικής οργάνωσης της Θεσσαλονίκης, η οποία παραμένει αναλλοίωτη για 17 αιώνες.

Οι αρχαιότητες της Βενιζέλου αποτυπώνουν την πολεοδομική εξέλιξη του αστικού ιστού, στο ύψος της κεντρικής οδού που διέτρεχε από πάντα την πόλη, περίπου στην ίδια χάραξη: ο ελληνιστικός δρόμος με τα χαλκόστρωτα καταστρώματά του, ο decumanus maximus της ρωμαϊκής εποχής και της ύστερης αρχαιότητας, η βυζαντινή Λεωφόρος ή Μέση Οδός, ο Φαρδύς Δρόμος της μεταβυζαντινής περιόδου, η σημερινή Εγνατία οδός.

Υπενθυμίζεται ότι κατά την Α΄ φάση της ανασκαφικής διερεύνησης ήρθε στο φως ένα τμήμα της κοσμικής πόλης της ύστερης αρχαιότητας και των βυζαντινών χρόνων. Στη Β΄ φάση αποκαλύφθηκε πλήθος κατάλοιπων, τα οποία αφορούσαν σε ένα πυκνό δίκτυο υδραυλικών υποδομών κάτω από τα καταστρώματα των δύο κεντρικών δρόμων -decumanus maximus και cardo-, που κάλυπταν τον χρονικό ορίζοντα από τον 3ο ως τον 5ο/6ο μ.Χ. αιώνα, ενώ η Γ΄ φάση κατέβηκε ακόμη χαμηλότερα και αποκάλυψε ευρήματα της ρωμαϊκής και ελληνιστικής περιόδου, που χρονολογούνται από τον 2ο αιώνα π.Χ. ως τον 3ο μ.Χ. αιώνα.

Πηγή: voria.gr

Social media & sharing icons powered by UltimatelySocial