Κερδισμένοι και χαμένοι στο πολεοδομικό συγκρότημα βάσει των στοιχείων της Απογραφής 2021
Εκατό χιλιάδες κατοίκους, δηλαδή το 25% του πληθυσμού του, έχασε ο δήμος Θεσσαλονίκης από την απογραφή του 1991 μέχρι σήμερα, όταν στις τρεις δεκαετίες που μεσολάβησαν ο πληθυσμός στην περιφερειακή ενότητα Θεσσαλονίκης αυξήθηκε κατά 120.000 άτομα.
Ο δήμος Κορδελιού-Ευόσμου διπλασίασε τον πληθυσμό του από το 1991, και είναι πλέον ο δεύτερος μεγαλύτερος δήμος της Θεσσαλονίκης, συνεχίζοντας την αυξητική πορεία από απογραφή σε απογραφή. Το ίδιο συμβαίνει και τους δήμους Ωραιοκάστρου και Θέρμης, που συνεχίζουν να μεγαλώνουν και να προσελκύσουν νέους κατοίκους. Αντιθέτως οι περισσότεροι δήμοι της δυτικής Θεσσαλονίκης και οι περιφερειακοί δήμοι που βρίσκονται μακριά από το πολεοδομικό συγκρότημα ακολουθούν φθίνουσα πορεία, όπως εξάλλου και το σύνολο της χώρας.
Η «ΜτΚ» επιχειρεί μία πρώτη αδρή «ανάγνωση» των προσωρινών στοιχείων της τελευταίας απογραφής της ΕΛΣΤΑΤ, λαμβάνοντας υπόψη ότι η δεκαετία που πέρασε σημαδεύτηκε βαθιά από την πολυετή οικονομική κρίση και μόνο λίγο πριν το τέλος της η κοινωνία άρχισε να βρίσκει ξανά τους ρυθμούς της. Επίσης, με βάση την επεξεργασία που έκανε η καθηγήτρια Πολεοδομίας του ΑΠΘ Αθηνά Γιαννακού, στο ρεπορτάζ γίνεται και μία σύγκριση με τα στοιχεία προηγούμενων απογραφών.
Προστέθηκαν 120.000 νέοι κάτοικοι
Συνολικά, σε επίπεδο περιφερειακής ενότητας Θεσσαλονίκης καταγράφεται μία μείωση πληθυσμού 19.000 ανθρώπων την τελευταία δεκαετία. Ποσοστιαία η μείωση φτάνει στο -1,72%, είναι δηλαδή αρκετά μικρότερη από το μέσο όρο της χώρας (-3,5%) και της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας (-4,8%) και σχεδόν διπλάσια από τη μείωση που καταγράφηκε στην Αττική (0,9%).
Στο πρώτο μισό της δεκαετίας της οικονομικής κρίσης κορυφώθηκε το μεγάλο κύμα της μετανάστευσης, είτε επρόκειτο για οικονομικούς μετανάστες που δεν έβρισκαν πια μεροκάματο εδώ, είτε για Έλληνες που έψαχναν μία καλύτερη τύχη στο εξωτερικό. Χωρίς να ξέρουμε πόσοι μετανάστευσαν από τη Θεσσαλονίκη και πόσοι είναι αυτοί που επέστρεψαν, συγκριτικά με τη συνολική μείωση πληθυσμού στη χώρα μπορούμε να υποθέσουμε ότι στο τέλος της δεκαετίας η «ψαλίδα» έκλεισε εν μέρει στη Θεσσαλονίκη, που φαίνεται να περιορίζει τη μείωση του πληθυσμού της.
Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη για το δεύτερο μεγαλύτερο αστικό κέντρο της χώρας, καθώς προσφέρει πολύ περισσότερες ευκαιρίες για σπουδές και απασχόληση, σε σχέση με τις μικρότερες πόλεις της περιφέρειας, ειδικά τα τελευταία χρόνια που εμφανώς το οικονομικό κλίμα έχει αλλάξει .
Αν δε η σύγκριση του σημερινού πληθυσμού γίνει με τα στοιχεία της απογραφής του 1991, διαπιστώνουμε ότι μέσα σε τρεις δεκαετίες στην περιοχή της Θεσσαλονίκης προστέθηκαν 120.000 και πλέον κάτοικοι, φτάνοντας από 970.000 σε σχεδόν από 1.100.000 κατοίκους.
Το κέντρο «διώχνει» τους μόνιμους κατοίκους του
Αντιθέτως ο πληθυσμός στον δήμο Θεσσαλονίκης φθίνει δεκαετία τη δεκαετία. Μπορεί η ποσοστιαία μείωση από την τελευταία απογραφή να είναι της τάξης του 2,3%, όμως αν η σύγκριση γίνει με το 1991 η μείωση του πληθυσμού φτάνει το 25%!
Συγκεκριμένα από τις 424.000 που ζούσαν στον κεντρικό δήμο το 1991 σήμερα έχουν μείνει 317.000, δηλαδή περισσότεροι από 107.000 κάτοικοι του κέντρου το εγκατέλειψαν. Προφανώς η μονοκεντρικότητα του πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης δεν έχει αλλάξει, το ιστορικό κέντρο παραμένει η «καρδιά» της πόλης. Όμως ακριβώς εξαιτίας αυτού του χαρακτηριστικού της Θεσσαλονίκης, στο κέντρο συγκεντρώνονται πολλές και διαφορετικές λειτουργίες: διοικητικά κέντρα, υπηρεσίες και νοσοκομεία, πολλές οικονομικές δραστηριότητες από εμπορικά καταστήματα και γραφειακούς χώρους μέχρι τις πολυάριθμες επιχειρήσεις εστίασης, τα ξενοδοχεία και τα διαμερίσματα βραχυχρόνιας μίσθωσης (τύπου AirBnB) που έχουν πολλαπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια.
«Στο κέντρο δεν είναι κυρίαρχη η οικιστική λειτουργία, συνυπάρχουν και πολλές άλλες. Μοιραία, το κέντρο δεν μας χωράει όλους, οι οικοδομές είναι μιας ηλικίας και η ζήτηση αυξάνει τις τιμές» σχολιάζει ο πρόεδρος του συλλόγου μεσιτών Θεσσαλονίκης Κώστας Τζάρος. Ένα κέντρο πολύβουο, με έντονο κυκλοφοριακό πρόβλημα, χωρίς χώρους πρασίνου και αναψυχής και παράλληλα με αυξημένη ζήτηση και περιορισμένη προσφορά ακινήτων (κάτι που ανεβάζει τις τιμές υπερβολικά ψηλά), ωθεί τους κατοίκους του να αναζητήσουν άλλες επιλογές μόνιμης κατοικίας.
Μικρή αύξηση πληθυσμού καταγράφεται στο δήμο Καλαμαριάς τόσο μεταξύ 2011 και 2021 (0,8%) όπου το μεγάλο «μπαμ» έγινε μεταξύ 1990-2000 (+11% ή +10.000 κάτοικοι) και τα περιθώρια του ελεύθερου χώρου για επιπλέον κατοικίες είναι περιορισμένα.
Η φυγή στα προάστια
Τη δεκαετία του ’90 καταγράφεται έντονα το φαινόμενο της προαστικοποίησης. Στα χρόνια της ανάπτυξης και της ευμάρειας πολλοί επέλεξαν να μετακινηθούν από το θορυβώδες κέντρο με τις παλιές πολυκατοικίες στις παρυφές της πόλης, να ζήσουν σε μονοκατοικίες και να απολαύσουν την ποιότητα ζωής που προσφέρει ένα προάστιο ή ένα χωριό.
Έτσι μεταξύ των δύο απογραφών, 1991 και 2001, ο δήμος Θερμαϊκού κατέγραψε μια αύξηση 90%, δηλαδή σχεδόν διπλασίασε τον πληθυσμό του (από περίπου 19.000 σε περίπου 37.000), πορεία που συνεχίστηκε και την επόμενη δεκαετία (πάνω από 50.000). Όμως στην δεκαετία της κρίσης η πορεία αυτή αντιστράφηκε και ο δήμος Θερμαϊκού κατέγραψε τη μεγαλύτερη μείωση πληθυσμού στη Θεσσαλονίκη (9,5% ή σε απόλυτους αριθμούς σχεδόν 5.000 κατοίκους) διατηρεί ωστόσο πληθυσμό σχεδόν 2,5 φορές μεγαλύτερο σε σχέση με πριν από τρεις δεκαετίες.
Αντίστοιχα εντυπωσιακή αύξηση την τελευταία τριακονταετία καταγράφεται στους δήμους Θέρμης και Ωραιοκάστρου, που μάλιστα συνέχισαν να προσελκύουν νέους κατοίκους ακόμα και στα χρόνια της κρίσης.
Στο δήμο Ωραιοκάστρου, όπου μάλιστα καταγράφεται η μεγαλύτερη αύξηση πληθυσμού μεταξύ των δύο τελευταίων απογραφών (4,7%) η τάση ήταν πολύ πιο αυξητική μεταξύ 1991 και 2001 (60,8%) και μεταξύ 2001 και 2011 (53,5%) με αποτέλεσμα από τις 15.000 κατοίκους του ’90 σήμερα ο δήμος να έχει πάνω από 40.000 κατοίκους.
Στις περιοχές που κατέγραψαν αύξηση πληθυσμού είναι και ο δήμος Πυλαίας-Χορτιάτη. Η τελευταία απογραφή έδειξε ότι ο πληθυσμός αυξήθηκε κατά 3% ή κατά περίπου 2.000 κατοίκους, ενώ στις προηγούμενες δύο απογραφές η αύξηση ήταν πολύ μεγαλύτερη (29% μεταξύ 1991 και 2001 και 40% μεταξύ 2001 και 2011). Από το 1991 μέχρι σήμερα σχεδόν διπλασιάστηκε, φτάνοντας από σχεδόν 38.500 σε πάνω από 72.200 κατοίκους.
Ο Εύοσμος διπλασιάστηκε
Σχεδόν οι μισοί από τους 120.000 νέους κατοίκους που προστέθηκαν στη Θεσσαλονίκη από το 1991 μέχρι σήμερα, εγκαταστάθηκαν στο δήμο Κορδελιού-Ευόσμου.
Μπορούμε να υποθέσουμε ότι αρκετοί εξ αυτών είναι πιθανότατα ομογενείς από τις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή. Γεγονός πάντως είναι ότι ο δήμος υπερδιπλασίασε τον πληθυσμό του σε σχέση με το 1991, και από 46.000 σήμερα έχει περισσότερους από 105.000 κατοίκους. Σύμφωνα δε με υπολογισμούς του δήμου ο πραγματικός πληθυσμός αγγίζει τους 150.000 μόνιμους κατοίκους, καθώς καθεμία ενεργή οικιακή παροχή αντιστοιχεί σε 3,4 κατοίκους και σήμερα οι ενεργές ηλεκτροδοτούμενες οικιακές παροχές είναι 44.021.
Ο δεύτερος σε πληθυσμό δήμος της Θεσσαλονίκης παρουσιάζει κάποια πλεονεκτήματα που τον καθιστούν ελκυστικό για ανθρώπους μεσαίου οικονομικού εισοδήματος. Υπάρχει διαθεσιμότητα νεόδμητων ακινήτων και οι τιμές είναι χαμηλότερες σε σχέση με άλλες περιοχές στα ανατολικά.
Μετά από σχεδόν μια δεκαετία ύφεσης στην οικοδομή, από το 2018 έχουν εκδοθεί 160 οικοδομικές άδειες εκ των οποίων περισσότερες από 100 την τελευταία διετία. Συνολικά λειτουργούν 107 σχολικές μονάδες όλων των βαθμίδων (μεταξύ των οποίων 11 βρεφικοί και παιδικοί σταθμοί και δύο ΚΔΑΠ αλλά και σχολεία για άτομα με αναπηρίες) και στην επόμενη διετία θα προστεθούν άλλα τέσσερα.
«Ο δήμος μας αποτελεί πόλο έλξης για τους νέους και ο λόγος δεν είναι καθόλου τυχαίος» αναφέρει στη «ΜτΚ» ο δήμαρχος Κορδελιού-Ευόσμου Κλεάνθης Μανδαλιανός. «Πρόκειται για μια περιοχή καινούρια, φιλική προς τους πολίτες, με καλή ρυμοτομία, η οποία έχει άμεση πρόσβαση στον περιφερειακό. Η δυναμική αγορά που διαθέτει σε συνδυασμό με τις πολλαπλές δυνατότητες διασκέδασης και ψυχαγωγίας και η πληθώρα αθλητικών χώρων και χώρων πολιτιστικών εκδηλώσεων καθιστούν την πόλη στις πρώτες επιλογές των νέων ζευγαριών που θέλουν να κάνουν οικογένεια. Παράλληλα, τα νεόδμητα κτίρια στο ευρύτερο πολεοδομικό διαμέρισμα της Θεσσαλονίκης, τα οποία παραμένουν σε προσιτές τιμές, γίνονται τα τελευταία χρόνια εξαιρετικά ελκυστικά για νέες οικογένειες, γι’ αυτό άλλωστε είμαστε ο πιο νεανικός δήμος πανελληνίως.
Συνάμα, ο δήμος μας διαθέτει ένα επαρκές δίκτυο κοινωνικής προστασίας, το οποίο βρίσκεται ανά πάσα στιγμή δίπλα στον πολίτη που βρίσκεται σε ανάγκη. Ο κόσμος επιλέγει τον Εύοσμο και το Κορδελιό, γιατί είναι μία περιοχή που αναπτύσσεται με ταχύτατους ρυθμούς και δίνει τεράστιες προοπτικές στους κατοίκους της τα τελευταία χρόνια!».
Η Θέρμη ανοικοδομείται
Ο δήμος Θέρμης από σχεδόν 20.000 κατοίκους που είχε το 1991 έφτασε σήμερα τις 55.000 κατοίκους.
Η μεγάλη «φυγή» προς τη Θέρμη καταγράφεται μεταξύ του 1991 και του 2001 οπότε προστέθηκαν σχεδόν 15.000 κάτοικοι (+72%), και μέχρι το 2011 σχεδόν 20.000 νέοι κάτοικοι (+54%). Ακόμα και στην τελευταία απογραφή, που η τάση είναι πτωτική για το σύνολο της χώρας, στη Θέρμη ο πληθυσμός αυξήθηκε κατά 3,8%.
«Η μικρή αύξηση του πληθυσμού στο δήμο Θέρμης κατά περίπου δύο χιλιάδες κατοίκους δεν διαφοροποιεί τα δεδομένα τα οποία έχουν δημιουργηθεί στην περιοχή κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Όμως, ακόμη και η μικρή αυτή αύξηση επιβεβαιώνει ότι ο δήμος Θέρμης εξακολουθεί να αποτελεί μια ελκυστική περιοχή για μόνιμη κατοικία» σημειώνει στη «ΜτΚ» ο δήμαρχος Θόδωρος Παπαδόπουλος, προσθέτοντας ότι θα πρέπει να περιμένουμε τα τελικά αποτελέσματα της απογραφής, όπως και τα αναλυτικά στοιχεία ώστε να φανεί ο ακριβής πληθυσμός σε κάθε κοινότητα διότι, ακόμη και εντός του δήμου Θέρμης, υπάρχουν αγροτικοί και ορεινοί οικισμοί και είναι βέβαιο πως θα υπάρχουν διαφορετικές τάσεις.
«Σε κάθε περίπτωση, εμείς ως δήμος, είμαστε σε ετοιμότητα να καλωσορίσουμε τους νέους κατοίκους και να κάνουμε ό,τι χρειαστεί ώστε να νιώσουν πως η απόφασή τους να διαλέξουν το δήμο μας ως τον τόπο που θα ζήσουν, ήταν η ορθή επιλογή».
Το ενδιαφέρον για εγκατάσταση στο δήμο επικεντρώνεται ειδικά στη δημοτική ενότητα Θέρμης, που είναι ιδανική για νέα ζευγάρια με παιδιά, καθώς προσφέρει εύκολη πρόσβαση στο κέντρο, νεόδμητα σπίτια με άνεση του χώρου, κέντρο υγείας και σχολικές υποδομές.
Συγκεκριμένα στο δήμο φοιτούν συνολικά 10.000 μαθητές, ενώ την τελευταία διετία προστέθηκε και ένα καινούριο σχολείο, το 5o Δημοτικό Θέρμης, ενώ σύντομα θα κατασκευαστεί μέσω ΣΔΙΤ (είναι ένα από τα 17 νέα σχολεία της ΠΚΜ που θα γίνουν με αυτόν τον τρόπο) και το Λύκειο Τριλόφου.
Μάλιστα, οι πληροφορίες της «ΜτΚ» λένε πως ο δήμος Θέρμης περιμένει από την Περιφέρεια να κινήσει τις διαδικασίες για την κατασκευή ενός ακόμα δημοτικού σχολείου αλλά και ενός νηπιαγωγείου στην περιοχή της επέκτασης Θέρμης. Αυτό, άλλωστε εξηγείται από το γεγονός πως η ανοικοδόμηση συνεχίζεται αμείωτη. Οι νέες οικοδομικές άδειες που εκδόθηκαν το 2020 και το 2021 ξεπερνούν τις 220 και υπολογίζεται πως τα 2/3 των νέων οικοδομικών αδειών που εκδόθηκαν αφορούν την περιοχή της Επέκτασης Θέρμης.
Από τη Θέρμη στον Εύοσμο
Ζητήσαμε από τον δημοσιογράφο Άγγελο Αγγελίδη, που πρόσφατα μετακόμισε από τον Εύοσμο στη Θέρμη, να μας περιγράψει την εμπειρία της ζωής στη μία και την άλλη περιοχή.
«Μετακόμισα στη Θέρμη πριν από ένα μήνα. Τα προηγούμενα εννέα χρόνια ζούσα στην «καρδιά» του Ευόσμου. Και οι δύο περιοχές είναι ενδιαφέρουσες και τόσο διαφορετικές.
Ο Εύοσμος είναι μία μεγαλούπολη. Άλλωστε αποτελεί τον δεύτερο σε πληθυσμό δήμο της Βόρειας Ελλάδας. Έχει η δική του αγορά, παρέχει στους κατοίκους του όλες τις υπηρεσίες, έχει έντονη νυχτερινή ζωή, πολλά καφέ. Επίσης, δεν έχει χώρους πρασίνου και γενικότερη ηρεμία. Η φασαρία είναι πανταχού παρούσα, 24 ώρες. Όμως, το πιο σημαντικό προτέρημά της είναι τα φθηνά ενοίκια. Και ίσως αυτό να αποτελεί τον πόλο έλξης για όσους θέλουν να ζήσουν στην περιοχή.
Από την άλλη πλευρά, η Θέρμη είναι σαφώς μικρότερη σε σχέση με τον Εύοσμο. Με πιο χαλαρούς ρυθμούς, περισσότερο πράσινο, λιγότερη έντονη νυχτερινή ζωή και με πιο ακριβά ενοίκια. Αρκετά πιο ακριβά. Όμως παρέχει ποιότητα ζωής, η οποία (καλώς ή κακώς) δεν μπορεί να συγκριθεί με του Ευόσμου.
Ο λόγος της μετακόμισης από τα δυτικά στα… άκρα ανατολικά σχετίζονταν με τον χώρο εργασίας μου, ο οποίος βρίσκεται κοντά στη Θέρμη. Το να διασχίζεις καθημερινά τον περιφερειακό -εκτός από το κόστος λόγω της αύξησης της τιμής των καυσίμων- είναι πραγματικός Γολγοθάς και εξαιρετικά ψυχοφθόρο.
Θα μου λείψει ο Εύοσμος με την έντονη ζωή του. Αλλά απολαμβάνω την ησυχία της Θέρμης και κυρίως την εύκολη και σύντομη πρόσβαση στον χώρο εργασίας μου».
Πηγή: makthes.gr