Η Θεσσαλονίκη ετοιμάζεται να υποδεχθεί στη ΔΕΘ τούς πάντες: όσους κυκλοφορούν με τα λεφτά των άλλων, αλλά και αυτούς που… φορούν το δικό τους υφάκι
Ο χθεσινός ωμός εκβιασμός του Πούτιν στην Ευρώπη για άρση των κυρώσεων με αντάλλαγμα φυσικό αέριο δεν (πρέπει να) εκπλήσσει. Ένας ηγέτης που εισβάλλει εν ψυχρώ στην επικράτεια ενός ανεξάρτητου κράτους, εν έτει 2022 στο κέντρο της Ευρώπης, προφανώς δεν έχει ευαισθησίες τού τύπου τι θα κάνουν οι Ευρωπαίοι τον χειμώνα χωρίς φυσικό αέριο. Όσοι μελετούν τον χαρακτήρα των ηγετών γνωρίζουν ότι όποιοι διατάζουν εισβολή σε άλλη χώρα –στην προκειμένη περίπτωση ο Πούτιν έχει διατάξει περισσότερες από μία εισβολές- δεν έχουν ιδιαίτερες ανθρωπιστικές ευαισθησίες. Όπως δεν τους ενδιαφέρουν τα θύματα των μαχών –ούτε καν οι δικοί του στρατιώτες-, έτσι δεν τους ενδιαφέρουν οι παράλληλες απώλειες. Οι άμαχοι, που βρίσκονται κοντά ή πιο μακριά από τα πεδία των μαχών. Είναι οι αδίστακτοι άνθρωποι της εξουσίας, που, είτε είναι κατασκευασμένοι από ατσάλι είτε από μάρμαρο, έχουν μονοκόμματες αντιλήψεις για τον κόσμο και κατά κανόνα κακό τέλος.
Η πόλη της βροχής
Η Θεσσαλονίκη είναι η πόλη της βροχής. Όχι μόνο γιατί οι βροχές τής πάνε και ο βαρύς καιρός ταιριάζει με την αρχιτεκτονική και την ιδιοσυγκρασία της, αλλά κι επειδή –ειδικά το τελευταίο διάστημα- με μια καλή βροχή η πόλη γίνεται θέμα στα δελτία ειδήσεων. Ειδικά το δυτικό κομμάτι του πολεοδομικού συγκροτήματος γίνεται είδηση ακόμη και με μία συνηθισμένη και καθόλου ακραία βροχόπτωση, χάρη σε κάτι περίεργα τούνελ που πρότειναν, ενέκριναν και κατασκεύασαν άνθρωποι που έρχονται από έναν άλλο κόσμο, στον οποίο δεν βρέχει ούτε καν ψιχαλίζει. Χθες –βέβαια- τη νύφη της ισχυρής βροχόπτωσης πλήρωσε και το κέντρο της πόλης, που είδε δρόμους να ξεχειλίζουν, ισόγεια καταστήματα να πλημμυρίζουν, πεζοδρόμια να ξηλώνονται. Δεν είναι η πρώτη φορά και μάλλον δεν θα είναι η τελευταία. Το κλίμα αλλάζει και μαζί του το κατά τόπους μικροκλίμα. Οι πολυήμερες αργόσυρτες βροχές, που χαρακτήριζαν τη Θεσσαλονίκη από πάντα και υπογράμμιζαν τον χαρακτήρα της, έχουν δώσει τη θέση τους σε δυνατές «τροπικές» μπόρες, που το υφιστάμενο σύστημα υποδομών δεν μπορεί να αντιμετωπίσει. Χρειάζεται ουσιώδεις παρεμβάσεις. «Αν ρίξεις έναν κουβά νερό σε ένα ποτήρι προφανώς το περισσότερο θα πέσει έξω», όπως λέει χαρακτηριστικά και ο προϊστάμενος της Πολιτικής Προστασίας της περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας Χαράλαμπος Στεργιάδης. Τεχνικές λύσεις για τα προβλήματα υπάρχουν, αρκεί να τεθούν προτεραιότητες. Διότι αφενός η αύξηση του πληθυσμού και αφετέρου η αλλαγή των κλιματικών συνθηκών επιβάλλουν ευρύ πρόγραμμα ενδυνάμωσης, προσαρμογής και επέκτασης των υφιστάμενων υποδομών της πόλης. Το κακό είναι ότι αυτές οι κινήσεις δεν διαθέτουν τη λάμψη που έχουν οι εξαγγελίες νέων έργων, κάτι που δεν αρέσει σε πολιτικούς και αυτοδιοικητικούς παράγοντες, οι οποίοι προτιμούν να μιλήσουν για κάτι νέο κι ας πρόκειται για κάτι μακρινό και ως εκ τούτου αβέβαιο. Η προοπτική πουλάει, σε αντίθεση με τις πρακτικές άμεσες λύσεις, που αντιμετωπίζονται ως κάτι φυσικό κι επόμενο. Όπως στο Χρηματιστήριο, για το οποίο ο κανόνας είναι «αγόρασε στη φήμη, όταν οι τιμές ανεβαίνουν, και πούλα στην είδηση, όταν οι τιμές πέφτουν», έτσι και στην πολιτική ζωή. Διότι στην πραγματική ζωή η φορά των πραγμάτων είναι αντίστροφη. Πρώτα επιδιορθώνουμε κάτι που χάλασε, ώστε να είναι λειτουργικό, κι ύστερα το επεκτείνουμε ή το συμπληρώνουμε.
Η ολική επαναφορά της ΔΕΘ
Παρ’ όλα τα… καιρικά οι προετοιμασίες για τη φετινή, 86η Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, συνεχίζονται κανονικά. Όχι μόνο από τη ΔΕΘ – Helexpo ούτε μόνο από τους εκθέτες εντός του εκθεσιακού κέντρου. Συνεχίζονται κανονικά κι απ’ όλους τους υπόλοιπους, φορείς, οργανισμούς και εταιρείες, που προγραμματίζουν να αξιοποιήσουν τη διοργάνωση για να πραγματοποιήσουν επαφές. Από ραντεβού για δουλειά, μέχρι δημόσιες σχέσεις. Όλα φέτος θα παραπέμπουν στο 2019 και στα προηγούμενα χρόνια. Τίποτα δεν θα θυμίζει το 2020, χρονιά κατά την οποία δεν διοργανώθηκε η ΔΕΘ λόγω πανδημίας, ούτε το 2021, όταν η Έκθεση επέστρεψε με… κάτι σαν Έκθεση.
Αθηναίοι «με τα λεφτά των άλλων» και…
Βεβαίως το πρώτο Σαββατοκύριακο της ΔΕΘ ανήκει στην (εκάστοτε) κυβέρνηση και επομένως στους (εκάστοτε) αξιωματούχους της, οι οποίοι ανεβαίνουν, τρώνε, πίνουν, τριγυρνούν, συναγελάζονται τόσο μεταξύ τους όσο και με τοπικούς παράγοντες «με τα λεφτά των άλλων», δηλαδή των φορέων και των οργανισμών στους οποίους έχουν διοριστεί.
… ντόπιοι με το δικό τους υφάκι
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι ντόπιοι παράγοντες μένουν πίσω. Πρόεδροι και μέλη φορέων, πολιτευτές, αυτοδιοικητικοί κάθε βαθμίδας, επιχειρηματίες, εξαγωγείς χωρίς εξαγωγές, βιομήχανοι χωρίς βιομηχανίες, επιχειρηματίες που απλώς εισπράττουν ενοίκια από την οικογενειακή περιουσία έχουν κι αυτοί την ευκαιρία τους να επιδείξουν και να επιδειχθούν. Ιδέες, προτάσεις, προγράμματα, πρωτοβουλίες, επαφές, μεγαλοεπαφές, υφάκι και στυλάκι βρίσκονται σε ημερήσια διάταξη. Ακόμη και ποικίλες υποψηφιότητες μπορούν να προκύψουν από τα πηγαδάκια και τα τραπέζια της ΔΕΘ. Πάντα για το καλό και την πρόοδο της Θεσσαλονίκης, εννοείται. Την ανάπτυξη της οικονομίας, τη δημιουργία πολλών και καλών θέσεων εργασίας. Επ’ ωφελεία της κοινωνίας βεβαίως βεβαίως.
Λεφτά υπάρχουν
Μιας και ο λόγος στη φετινή ΔΕΘ εννοείται πως στο επίκεντρο θα βρεθούν οι πολιτικές κόντρες, αφού το θερμόμετρο έχει ανέβει αισθητά και επί της ουσίας βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο. Βέβαια δεν χρειάζεται ιδιαίτερες ικανότητες για να μαντέψει κανείς ότι οι αντεγκλήσεις θα κυριαρχήσουν έναντι των προτάσεων και του δημιουργικού διαλόγου. Διότι, παρά το ότι η ΔΕΘ είναι πρωτίστως ένα οικονομικό γεγονός, οικονομική συζήτηση δεν θα γίνει από τους πολιτικούς αρχηγούς. Άλλωστε έχουμε συνηθίσει να ακούμε τους υποψήφιους πρωθυπουργούς να μιλούν για το πώς θα διανείμουν τον πλούτο (επιδόματα, αυξήσεις μισθών, μειώσεις φόρων κ.λπ.), αλλά να αποφεύγουν επιμελώς να μιλήσουν για το πώς θα προκύψει αυτός ο πλούτος, τον οποίον θα μοιράσουν στην κοινωνία. Διαχρονική αδυναμία του πολιτικού συστήματος για την οποία ουδείς ενοχλείται. Στην Ελλάδα «λεφτά υπάρχουν» πάντα. Το πιστεύουν οι περισσότεροι πολιτικοί και οι περισσότεροι πολίτες. Ακόμη και μετά τη χρεοκοπία και τα τρία Μνημόνια το πιστεύουν. Ίσως επειδή η Ευρώπη δεν επέτρεψε στην ελληνική κοινωνία να καταρρεύσει πλήρως.
Πηγή: voria.gr