Μελέτη για την εξέλιξη των σφοδρών καιρικών φαινομένων τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες αποκαλύπτει ότι στη Θεσσαλονίκη βιώνουμε ήδη τις επιπτώσεις
Η κλιματική κρίση είναι εδώ. Είναι ήδη στη Θεσσαλονίκη και μάλιστα με απτά στοιχεία και δεδομένα, τα οποία έχουν καταγράψει οι επιστήμονες και αποτυπώνουν το μέγεθος των επιπτώσεων από την κλιματική αλλαγή, τα έντονα και ακραία καιρικά φαινόμενα, προειδοποιώντας ότι «μπορεί να είναι περισσότερο καταστροφικά σε πολύπλοκα αστικά περιβάλλοντα», όπως της Θεσσαλονίκης.
Σε μελέτη τους με θέμα «Κλιματική Αλλαγή και Σφοδρά Καιρικά Φαινόμενα στη Θεσσαλονίκη», οι μηχανικοί, Βασίλης Λεκίδης και Κώστας Κοκολάκης και ο μετεωρολόγος, Μιχάλης Σιούτας, εξετάζοντας δεδομένα επανανάλυσης των τελευταίων 43 χρόνων (1979 – 2021) του Ευρωπαϊκού Κέντρου Προγνώσεων (ECMWF), αποτυπώνουν με σαφήνεια την κατάσταση.
Τα έντονα έως σφοδρά καιρικά φαινόμενα δεν είναι ασυνήθιστα στη Θεσσαλονίκη, όπως προκύπτει από τη μελέτη, ενώ ήδη καταγράφονται σημαντικές ζημιές σε υποδομές και κτήρια, προβλήματα στη λειτουργία της πόλης, αλλά και τραυματισμοί, ακόμη και ανθρώπινες απώλειες.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η μέση ετήσια τιμή της θερμοκρασίας στην περιοχή της Θεσσαλονίκης βαίνει αυξανόμενη και έχει ξεπεράσει την κανονική τιμή κατά τον 1 βαθμό Κελσίου την τελευταία δεκαετία.
Οι συνολικές ετήσιες βροχοπτώσεις επίσης αυξάνονται, κάτι που οι επιστήμονες αποδίδουν κυρίως στις έντονες βροχοπτώσεις λόγω της μεγάλης ραγδαιότητας.
Τα τελευταία 40 χρόνια, από το 1983 μέχρι φέτος, στη Θεσσαλονίκη η βάση δεδομένων έντονων καιρικών φαινομένων, εντοπίζει 110 έντονα και καταστροφικά καιρικά φαινόμενα, σύμφωνα με τη μελέτη.
Μάλιστα, οι έντονες καταιγίδες, που συνοδεύονται από σφοδρές βροχοπτώσεις και προκαλούν πλημμύρες αποτελούν, όπως προκύπτει, το φαινόμενο με τις μεγαλύτερες επιπτώσεις στη Θεσσαλονίκη, καθώς αντιπροσωπεύουν το 65,4% των συνολικών συμβάντων.
Το επόμενο πιο συχνό φαινόμενο σχετίζεται με τις χιονοπτώσεις και τον παγετό, που αντιπροσωπεύουν το 17,3% των συνολικών συμβάντων και έπονται οι ανεμοθύελλες (10%) και οι κεραυνοί (6,4%), ενώ λιγότερο συχνά είναι φαινόμενα όπως υψηλές θερμοκρασίες και καύσωνες, ομίχλη, χαλαζόπτωση και ανεμοστρόβιλοι.
Κι όταν μιλάμε για επιπτώσεις οι σοβαρότερες, που αφορούν στην απώλεια ανθρωπίνων ζωών, είναι δυστυχώς πολλές. Συνολικά 22 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από σφοδρά καιρικά φαινόμενα, με εκατοντάδες τραυματισμούς, αποκλεισμένους και ζητούντες βοήθεια απεγκλωβισμού ή διάσωσης στην περιοχή Θεσσαλονίκης τα τελευταία 40 χρόνια, τονίζεται στη μελέτη.
Σύμφωνα πάντα με τους μελετητές:
-Ο μέσος ετήσιος αριθμός έντονων καιρικών φαινομένων στη Θεσσαλονίκη παρουσιάζει εμφανή αυξητική τάση, μάλιστα την τελευταία δεκαετία υπερδιπλασιάσθηκε, αυξήθηκε σε επτά συμβάντα έναντι τριών ετήσιων συμβάντων τις δεκαετίες πριν το 2000.
-Ο μεγαλύτερος ετήσιος αριθμός με 18 έντονα και καταστροφικά καιρικά φαινόμενα στη Θεσσαλονίκη σημειώθηκε το 2014, ένα έτος με συνολικές ετήσιες βροχοπτώσεις 1.052,4 χιλιοστά, ποσό κατά 398,5 χιλιοστά πάνω από το κανονικό.
-Ο Σεπτέμβριος είναι ο μήνας με τη μεγαλύτερη συχνότητα σφοδρών καιρικών φαινομένων, που ανέρχεται στο 15,5% των συνολικών γεγονότων, ακολουθεί ο Ιούνιος με 13,6% και στη συνέχεια ο Ιανουάριος και ο Δεκέμβριος με 10,9%.
-Καταιγίδες, έντονες βροχοπτώσεις που σχετίζονται με πλημμύρες, κεραυνούς, ανεμοθύελλες και χαλαζοπτώσεις σημειώνονται κατά μέσο όρο 23 ημέρες στη Θεσσαλονίκη με βάση τα δεδομένα μετεωρολογικού του Ραντάρ που εξετάσθηκαν.
-Πλημμύρες έπληξαν την περιοχή της Θεσσαλονίκης κατά την τελευταία δεκαετία, ιδιαίτερα κατά τα έτη 2014, 2015, 2018, 2019, 2020 και 2022.
«Τα αποτελέσματα αυτά σε συμφωνία και με τις προβλέψεις των κλιματικών μοντέλων δείχνουν μελλοντική αύξηση της συχνότητας και της έντασης των έντονων καιρικών φαινομένων στη Θεσσαλονίκη με το καταστροφικό δυναμικό τους να αναμένεται επίσης αυξητικό. Η έρευνα αυτή συμβάλλει στην αύξηση της ευαισθητοποίησης σχετικά με την πιθανή επίδραση της κλιματικής αλλαγής στη Θεσσαλονίκη και σχετικά με το επίπεδο κινδύνου και την τρωτότητα από κινδύνους που σχετίζονται με τις καιρικές συνθήκες. Επίσης συμβάλλει στον σχεδιασμό και την περαιτέρω ανάπτυξη υποδομών και συστημάτων προστασίας, ανάπτυξης και διαχείρισης σχεδίων και δράσεων για τις περιπτώσεις καιρικών κινδύνων, καθώς και ενέργειες προσαρμογής και μετριασμού των δυσμενών επιπτώσεων», επισημαίνεται στη μελέτη.
Πηγή: voria.gr