Η Παγκόσμια Ημέρα για το Νερό (World Water Day) καθιερώθηκε στη συνδιάσκεψη του ΟΗΕ σχετικά με το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη
Η Παγκόσμια Ημέρα για το Νερό (World Water Day) καθιερώθηκε στη συνδιάσκεψη του ΟΗΕ σχετικά με το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη, που πραγματοποιήθηκε στο Ρίο Ντε Ζανέιρο της Βραζιλίας το 1992. Τη σχετική απόφαση πήρε η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 22 Δεκεμβρίου του 1992, που όρισε την 22α Μαρτίου ως Παγκόσμια Ημέρα για το Νερό.
Το θέμα της Παγκόσμιας Ημέρας Νερού για το 2020 είναι «Νερό και Κλιματική Αλλαγή» και η αδιάρρηκτη διασύνδεσή τους. Η ορθή διαχείριση των υδατικών πόρων συμβάλλει σημαντικά στη μείωση των πλημμυρών, της ξηρασίας, της έλλειψης και της ρύπανσης, αντιμετωπίζοντας αποτελεσματικά τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και συνεισφέρει στη συνδυασμένη επίτευξη των Στόχων 6 και 13 του ΟΗΕ. για τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Τα μέτρα για την κλιματική αλλαγή σε σχέση με το νερό, εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο της ορθολογικής διαχείρισης των υδατικών πόρων, που αποτελεί κύριο μοχλό ανάπτυξης και ευημερίας της σύγχρονης αλλά και μελλοντικής κοινωνίας.
Ο ΟΗΕ μας υπενθυμίζει ακόμη ότι το νερό είναι βασικός σύμμαχος της ανθρωπότητας στην πρόληψη και την αποφυγή της μετάδοσης της πανδημίας του κορονοϊού. «Νερό και σαπούνι κατά του κορονοϊού» είναι το επικαιροποιημένο μήνυμα του διεθνούς οργανισμού για την σημερινή Παγκόσμια Ημέρα για το Νερό.
Στατιστικά στοιχεία του ΟΗΕ
Το Νερό, ο επονομαζόμενος και λευκός χρυσός, πηγή ζωής για τον άνθρωπο, βρίσκεται ανισομερώς κατανεμημένος στον πλανήτη.
- 2.1 δισεκατομμύρια άνθρωποι ζουν χωρίς ασφαλές νερό στο σπίτι.
- Ένα στα τέσσερα δημοτικά σχολεία δεν έχουν πόσιμο νερό με τους μαθητές να χρησιμοποιούν μη ασφαλείς πηγές ή να διψούν.
- Περισσότερα από 700 παιδιά κάτω των πέντε ετών πεθαίνουν κάθε μέρα από διάρροια που συνδέεται με το μη ασφαλές νερό και την κακή υγιεινή.
- Το 80% των ανθρώπων που χρησιμοποιούν μη ασφαλείς πηγές ύδατος ζουν σε αγροτικές περιοχές.
- Οι γυναίκες και τα κορίτσια είναι υπεύθυνα για τη συλλογή νερού σε οκτώ στα δέκα νοικοκυριά, που δεν διαθέτουν νερό στο σπίτι τους.
- Πάνω από 800 γυναίκες πεθαίνουν κάθε μέρα από επιπλοκές κατά την εγκυμοσύνη και τον τοκετό.
- Για τα 68,5 εκατομμύρια άτομα που έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, η πρόσβαση σε ασφαλείς υπηρεσίες ύδρευσης είναι ιδιαίτερα προβληματική.
- Περίπου 159 εκατομμύρια άνθρωποι συλλέγουν το πόσιμο νερό τους από τα επιφανειακά ύδατα, όπως λιμνούλες και ρυάκια.
- Περίπου 4 δισεκατομμύρια άνθρωποι – σχεδόν τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού – βιώνουν έντονα την έλλειψη νερού για τουλάχιστον ένα μήνα του έτους.
- 700 εκατομμύρια άνθρωποι θα μπορούσαν να μεταναστεύσουν λόγω έντονης λειψυδρίας έως το 2030.
- Οι πιο πλούσιοι λαμβάνουν γενικά υψηλά επίπεδα υπηρεσιών ύδατος με (συχνά πολύ) χαμηλό κόστος, ενώ οι φτωχοί καταβάλλουν πολύ υψηλότερη τιμή για μια υπηρεσία παρόμοιας ή μικρότερης ποιότητας.
Η ετήσια έκθεση του ΟΗΕ και της ΟΥΝΕΣΚΟ
Εξαιτίας της δημογραφικής έκρηξης, της οικονομικής ανάπτυξης και των εξελίξεων στο μοντέλο κατανάλωσης η παγκόσμια ζήτηση για νερό αναμένεται να αυξηθεί κατά 20-30% σε σχέση με το τρέχον επίπεδο ως το 2050, αναφέρουν ο ΟΗΕ και η UNESCO στην ετήσια έκθεσή τους.
Η ανεπαρκής πρόσβαση σε πόσιμο νερό ποιότητας και η έλλειψη υπηρεσιών καθαρισμού των χρησιμοποιημένων υδάτων κοστίζουν ακριβά σε ανθρώπινες ζωές, με 780.000 θανάτους ετησίως εξαιτίας της δυσεντερίας και της χολέρας, πολύ περισσότερους από τα θύματα συγκρούσεων, σεισμών και επιδημιών
Το 2015 περίπου 844 εκατομμύρια άνθρωποι δεν είχαν πρόσβαση σε ασφαλείς υπηρεσίες πόσιμου νερού και, μόνο το 39% του παγκόσμιου πληθυσμού διέθετε ασφαλείς υπηρεσίες καθαρισμού. «Η πρόσβαση στο νερό είναι ένα ανθρώπινο δικαίωμα ζωτικής σημασίας για την αξιοπρέπεια κάθε ανθρώπου. Ωστόσο δισεκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούν να το στερούνται», καταγγέλλει η Οντρέ Αζουλέ, γενική διευθύντρια της UNESCO.
Ο στόχος της βιώσιμης ανάπτυξης που έχει καθορίσει το Πρόγραμμα του ΟΗΕ για την Ανάπτυξη (UNDP), και ο οποίος προβλέπει «έως το 2030 παγκόσμια και δίκαιη πρόσβαση στο πόσιμο νερό, σε προσιτό κόστος», δεν μπορεί να επιτευχθεί.
Ποιοι υποφέρουν περισσότερο από αυτή την κατάσταση; Οι καταστάσεις διαφέρουν πολύ από τη μία περιοχή του κόσμου στην άλλη, όμως οι συντάκτες της έρευνας επισημαίνουν ένα κοινό στοιχείο: «Οι πιο φτωχοί υφίστανται περισσότερες διακρίσεις», τονίζει ο Ρίτσαρντ Κόνορ, επικεφαλής των συντακτών της έκθεσης.
Η έκθεση διαχωρίζει την κατάσταση των φτωχών στο αστικό περιβάλλον από αυτών στην ύπαιθρο και από των ανθρώπων που έχουν εκτοπιστεί με τη βία. «Στις λιγότερο προηγμένες χώρες το 62% των αστών ζουν σε παραγκουπόλεις και συχνά δεν έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες ύδρευσης ή καθαρισμού υδάτων», επισήμανε ο Κόνορ. Οι κάτοικοι αυτοί αναγκάζονται να αγοράζουν νερό από πλανόδιους πωλητές και ενδέχεται να το πληρώνουν «δέκα φορές πιο ακριβά» από τους πλούσιους συμπολίτες τους που έχουν πόσιμο νερό στο σπίτι τους. Ωστόσο «η πλειονότητα των ανθρώπων που έχει πρόσβαση σε μη βελτιωμένες πηγές πόσιμου νερού και όσοι δεν έχουν πρόσβαση σε στοιχειώδεις υπηρεσίες καθαρισμού ζουν στις αγροτικές περιοχές», διευκρινίζεται στην έκθεση. Οι υποδομές εκεί είναι ανεπαρκείς.
Οι γυναίκες έχουν μικρότερη πρόσβαση σε πόσιμο νερό σε σχέση με τους άνδρες. Στις αγροτικές περιοχές «το βάρος να πάνε να βρουν νερό πέφτει στις γυναίκες και στα κορίτσια με δυσανάλογο τρόπο, […] μια εργασία που δεν πληρώνεται και δεν αναγνωρίζεται», υπογραμμίζει η έκθεση.
Στα τέλη του 2017, 68,5 εκατομμύρια άνθρωποι ήταν εκτοπισμένοι εξαιτίας συγκρούσεων ή διώξεων. Οι πληθυσμοί αυτοί «αντιμετωπίζουν συχνά προβλήματα στην πρόσβαση σε στοιχειώδεις υπηρεσίες παροχής και καθαρισμού νερού», ενώ «οι μαζικοί εκτοπισμοί ασκούν πίεση στους πόρους και στις υπηρεσίες», επισημαίνεται.
Για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων ο ΟΗΕ δεν έχει να προσφέρει θαυματουργές λύσεις, αλλά σκιαγραφεί κάποιες προτάσεις. «Οι πιο πλούσιοι που πληρώνουν πολύ λίγο [για το νερό] θα πρέπει να αρχίσουν να πληρώνουν περισσότερο ώστε η πρόσβαση να είναι καθολική», προτείνει ο Κόνορ.
Οι χώρες, αλλά και οι ιδιώτες, πρέπει να επενδύσουν μαζικά στις υποδομές. Οι ανάγκες εκτιμώνται στα 114 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, τρεις φορές το ποσό που δαπανάται τώρα, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το κόστος λειτουργίας και συντήρησης.
ΠΗΓΗ: SanSimera.gr