Το στεγαστικό πρόβλημα επανέκαμψε μετά την άμβλυνσή του στα χρόνια της χρεοκοπίας και των μνημονίων. Οι δύο αλληλένδετες παράμετροι
Το στεγαστικό πρόβλημα, το οποίο αρχίζει να γίνεται έντονα αισθητό και στη Θεσσαλονίκη, αποτελεί το μοναδικό θέμα συζήτησης στη σημερινή συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου. Τα τελευταία περίπου τρία με τέσσερα χρόνια το στεγαστικό πρόβλημα επανέκαμψε, μετά την άμβλυνσή του στα χρόνια της χρεοκοπίας και των μνημονίων. Έχει μάλιστα δύο παραμέτρους, αλληλένδετες μεταξύ τους. Η πρώτη είναι η διαρκής αύξηση στις τιμές των ενοικίων και η δεύτερη αφορά την έλλειψη στέγης που παρατηρείται εξ αιτίας της επιστροφής του φαινομένου του συστήματος βραχυχρόνιας μίσθωσης (airbnb) το οποίο είχε υποχωρήσει στα χρόνια της κρίσης.
Το πρόβλημα, βεβαίως, δεν είναι τοπικό, δεν είναι μόνο της Θεσσαλονίκης, δεν είναι καν εθνικό. Συναντάται σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις. Ωστόσο, οι λύσεις δεν μπορεί παρά να είναι εθνικές και, γιατί όχι, και τοπικές. Υπό αυτή την έννοια η σημερινή συζήτηση στο δημοτικό συμβούλιο έχει αξία, αρκεί να μην περιοριστεί στην περιγραφή του προβλήματος. Το θέμα θα έπρεπε να έχει απασχολήσει εδώ και καιρό τόσο την αυτοδιοίκηση, τουλάχιστον στα δύο μεγάλα μητροπολιτικά κέντρα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, όσο ασφαλώς και την κυβέρνηση. Υπάρχει αδήριτη ανάγκη να ληφθούν άμεσα μέτρα με στόχο τη συγκράτηση των ενοικίων, πριν το πρόβλημα να αποκτήσει ανεξέλεγκτες διαστάσεις.
Ευλόγως θα αναρωτηθεί κανείς “και τι μπορεί να κάνει ο δήμος Θεσσαλονίκης σε μια τέτοια περίπτωση;”. Πράγματι, οι δυνατότητες που έχει ένας δήμος για να παρέμβει σε ένα τέτοιο ζήτημα, είναι περιορισμένες. Ωστόσο, δεν είναι μηδενικές, ούτε αμελητέες. Οι δήμοι στην Ελλάδα μπορεί να μην έχουν τις αρμοδιότητες και τους πόρους άλλων ευρωπαϊκών δήμων, έχουν όμως κάποια εργαλεία στα χέρια τους τα οποία μπορούν να αξιοποιήσουν. Επιπλέον, έχουν τη δυνατότητα να διαμορφώσουν ένα πλαίσιο προτάσεων, αλλά και την ευθύνη να πιέσουν την κυβέρνηση να τις υιοθετήσει.
Όπως και στα περισσότερα προβλήματα τα οποία ταλανίζουν την Θεσσαλονίκη, έτσι και στο στεγαστικό, είναι εμφανής η απουσία μητροπολιτικής διοίκησης. Η σημερινή συζήτηση κακώς περιορίζεται στους τέσσερις τοίχους του δημοτικού συμβουλίου του κεντρικού δήμου, καθώς το ζήτημα απασχολεί το σύνολο του πολεοδομικού συγκροτήματος. Η αύξηση των ενοικίων στο κέντρο της πόλης μετακυλίεται πολύ γρήγορα και στις περιαστικές περιοχές. Συνεπώς, η αντιμετώπιση του προβλήματος θα έπρεπε να είναι συνολική και όχι αποσπασματική.
Το παράδειγμα της Βιέννης, της πόλης με τις αποτελεσματικότερες πολιτικές στον στεγαστικό τομέα, δείχνει ποιος θα έπρεπε να είναι ο ρόλος της αυτοδιοίκησης. Η αυστριακή πρωτεύουσα βρίσκεται εδώ και πολλά χρόνια στην πρώτη θέση στην Ευρώπη όσον αφορά τη στεγαστική πολιτική της η οποία εκπορεύεται αποκλειστικά από την αυτοδιοίκηση. Από τα περίπου δύο εκατομμύρια κατοίκους που έχει η πόλη, πάνω από το 60% ζει σε κατοικίες κοινωνικών εισοδημάτων, δηλαδή σε δημοτικά και επιδοτούμενα διαμερίσματα. Ο μητροπολιτικός δήμος της Βιέννης διαθέτει περισσότερα από 220.000 δημοτικά διαμερίσματα, διάσπαρτα σε όλες τις γειτονιές προκειμένου να αποφευχθεί η γκετοποίηση. Περίπου 500.000 άνθρωποι ζουν σε αυτά με μέση τιμή ενοικίου η οποία δεν υπερβαίνει τα έξι ευρώ ανά τ.μ. Επιπλέον, υπάρχουν κοντά 200.000 επιδοτούμενες συνεταιριστικές κατοικίες ή κατοικίες με επιδοτούμενο ενοίκιο και κοστίζουν κατά μέσο όρο λίγο πάνω από 500 ευρώ το μήνα. Με τον τρόπο αυτό η Βιέννη κατόρθωσε να συγκρατήσει τις τιμές των ενοικίων.
Στη Θεσσαλονίκη, βεβαίως, αλλά και στην Αθήνα καθώς και σε άλλα μεγάλα αστικά κέντρα, τέτοιες δυνατότητες δεν υπάρχουν. Ωστόσο, υπάρχουν εργαλεία τα οποία μπορούν να αξιοποιηθούν, ώστε να μπει φρένο στην αύξηση των ενοικίων. Μπορούν, για παράδειγμα, οι δήμοι του πολεοδομικού συγκροτήματος να συνεννοηθούν και να εφαρμόσουν ή να ζητήσουν από την κυβέρνηση να θεσπίσει μέτρα τα οποία έχουν δοκιμαστεί και έχουν αποδώσει σε άλλες χώρες όπως:
- Αξιοποίηση όλων των κενών ακινήτων που ανήκουν στο δημόσιο, τα οποία μπορούν να παραχωρηθούν σε ευάλωτα νοικοκυριά, δωρεάν ή έναντι συμβολικού ενοικίου. Το επόμενο διάστημα, μάλιστα, αναμένεται να περιέλθουν στην κυριότητα του ελληνικού δημοσίου χιλιάδες ακίνητα “αγνώστου ιδιοκτήτη” στο πλαίσιο της ολοκλήρωσης του Κτηματολογίου.
- Ένα αποτελεσματικό μέτρο το οποίο εφαρμόζεται στην Κύπρο αφορά ένα σχέδιο κινήτρων αύξησης του συντελεστή δόμησης κατά 25%., έτσι ώστε να κατασκευαστούν κατοικίες προσιτές για όλους, τόσο προς πώληση όσο και προς ενοικίαση. Δηλαδή, αν κάποιος δικαιούται να κτίσει διαμερίσματα 1.000 τ.μ., θα μπορεί να κτίσει 1.250 τ.μ. εκ των οποίων τα 100τμ θα τα παραχωρήσει σε κρατικό ή δημοτικό στεγαστικό φορέα, ο οποίος θα τα διαθέσει σε δικαιούχους στην τιμή του μέσου κατασκευαστικού κόστους, ή θα τα μισθώσει σε τιμές χαμηλότερες από τις αγοραίες. Με τον τρόπο αυτό θα αποκτηθούν ακίνητα χωρίς να χρειαστεί το κράτος ή η αυτοδιοίκηση να διαθέσει ίδιους πόρους.
- Φορολογικές ελαφρύνσεις, είτε αφορούν το φόρο εισοδήματος από ακίνητα είτε τα δημοτικά τέλη, σε όσους ιδιοκτήτες προχωρούν σε μείωση των ενοικίων ή συνάπτουν μακροχρόνιες συμβάσεις μίσθωσης με σταθερό ενοίκιο.
- Αναπροσαρμογή του ενοικίου ανά έτος ανάλογα με τον πληθωρισμό και παράλληλη αύξηση της ελάχιστης διάρκειας του μισθωτηρίου συμβολαίου από τα τρία στα πέντε χρόνια.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά το φαινόμενο της βραχυχρόνιας μίσθωσης (airbnb), το οποίο στην Ελλάδα λειτουργεί τελείως ανεξέλεγκτα, μεταξύ των μέτρων τα οποία έχουν λάβει διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις περιλαμβάνονται:
- Εγγραφή σε δημοτικό μητρώο όλων των ακινήτων που διατίθενται για βραχυχρόνια μίσθωση.
- Περιορισμός του αριθμού των ακινήτων ανά περιοχή που μπορούν να διατεθούν γι’ αυτόν το σκοπό.
- Περιορισμός του ετήσιου αριθμού διανυκτερεύσεων (από 30 που είναι στο Άμστερνταμ έως 120 στο Παρίσι).
- Αύξηση των δημοτικών τελών σα να πρόκειται για επαγγελματικής χρήσης ακίνητα.
Πηγή: voria.gr