2022: Νέο τοπίο για την οικονομία – Τα ατού και τα μείον της Θεσσαλονίκης

Οι επιπτώσεις της κρίσης στα δύο χρόνια του κορωνοϊού είναι βίαιες, έχουν ήδη αρχίσει να φαίνονται και θα γίνουν απολύτως ξεκάθαρες την επόμενη ημέρα

Στο πεδίο της οικονομίας οι κρίσεις δημιουργούν νέο τοπίο. Πάντα επιταχύνουν αλλαγές, οπότε η εικόνα αλλάζει σταδιακά, ή δημιουργούν εντελώς νέες καταστάσεις, κάτι που λειτουργεί στην κοινωνία όπως ένα σοκ. Στην Ελλάδα της δεκαετίας του 2010 η ουσιαστική χρεοκοπία της χώρας είχε ως αποτέλεσμα τη συρρίκνωση της οικονομίας κατά 25%, κάτι που επιβεβαιώνει τον κανόνα που θέλει τη διόρθωση μιας προβληματικής οικονομικής κατάστασης -είτε αφορά επιχειρήσεις, είτε νοικοκυριά, είτε χώρες- να προϋποθέτει σε πρώτη τουλάχιστον φάση τη συρρίκνωση.

Αντίθετα οι επιπτώσεις της κρίσης στα δύο χρόνια του κορωνοϊού είναι βίαιες, έχουν ήδη αρχίσει να φαίνονται και θα γίνουν απολύτως ξεκάθαρες την επόμενη ημέρα -μόλις το πρόβλημα ξεπεραστεί και αρθούν όλα τα προστατευτικά μέτρα που έχει πάρει η πολιτεία. Διότι τα περισσότερα από 40 δισ. ευρώ κρατικό χρήμα που έπεσε στην αγορά συγκράτησε τις εντυπώσεις, αλλά δεν φτάνει για να καλύψει το πρόβλημα. Ακόμη κι αν χαριστεί το σύνολο της επιστρεπτέας προκαταβολής, ακόμη κι αν κουρευτούν ή επιμηκυνθούν τα χρέη προς το δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία, όσο ελκυστικές και συνεργάσιμες κι αν αποδεχθούν οι τράπεζες η «μαύρη τρύπα» στην οικονομία είναι τόσο μεγάλη και δημιουργήθηκε τόσο γρήγορα, ώστε μοιραία κάποιοι θα πέσουν μέσα. Δυσάρεστο μεν, αναπόφευκτο δε.

Στην πραγματικότητα η ελπίδα της χώρας μας είναι να δημιουργηθούν συνθήκες αξιοσημείωτης διατηρήσιμης ανάπτυξης. Οι ειδικοί προβλέπουν ότι αν δεν υπάρξει κάτι εξαιρετικά δυσάρεστο η Ελλάδα μπορεί να αναπτυχθεί μεσοσταθμικά κατά 3,5% την επόμενη δεκαετία, κατά τη διάρκεια της οποίας οι επενδύσεις μπορούν να διαμορφωθούν σε υψηλά επίπεδα, πάνω από 100 δισ. ευρώ, ίσως κοντά στα 150 δισ. ευρώ. Μόνο που αυτό δεν θα συμβεί με τους όρους των δεκαετιών του 1990 και του 2000, όταν τη μεγάλη ώθηση στην οικονομία έδιναν η οικοδομή -οι κατασκευές γενικότερα- και η κατανάλωση. Αυτό το… έργο έχει τελειώσει για δύο λόγους. Αφενός, διότι η χώρα έχει μεγάλο κτιριακό απόθεμα, ενώ οι ανάγκες για δημόσια έργα -ενώ δεν θα πάψουν ποτέ να υπάρχουν- είναι μικρότερες και διαφορετικού χαρακτήρα από δρόμους και γέφυρες. Αφετέρου, επειδή η Ελλάδα παραμένει εισαγωγική χώρα και η αύξηση της κατανάλωσης θα απαιτούσε υψηλό δημόσιο δανεισμό, κάτι εξαιρετικά επώδυνο για την πλέον υπερχρεωμένη χώρα του πλανήτη, όσο και σημαντική αύξηση μισθών, για την οποία δεν υπάρχουν τα αντικειμενικά δεδομένα. Έτσι, η αύξηση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, αυτό το 3,5% της ετήσιας ανάπτυξης, για να έχει νόημα θα (πρέπει να) βασιστεί στις επενδύσεις, στην καινοτομία, στην αύξηση των εξαγωγών, συμπεριλαμβανομένου του τουρισμού, αλλά και στην αποδοτικότητα του πρωτογενούς τομέα, δηλαδή της αγροτικής παραγωγής.

Το επιχειρείν αλλάζει

Η συγκεκριμένη εικόνα «φωτογραφίζει» μοιραία και στους πρωταγωνιστές του επιχειρείν, που θα οδηγήσουν το τρένο τα επόμενα χρόνια. Σε αυτήν την κατεύθυνση το μόνο ρεαλιστικό σενάριο είναι η ανάπτυξη των μεγάλων επιχειρήσεων και η συρρίκνωση των εκατοντάδων χιλιάδων μεσαίων, μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, που επί δεκαετίες βάζουν τη σφραγίδα στο στρεβλό μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης της χώρας. Αν όχι στρεβλό, πάντως ξεπερασμένο. Σε μια αγορά έντεκα εκατομμυρίων ανθρώπων η ανακύκλωση του χρήματος στη λογική του ο ένας εξυπηρετεί τον άλλο και οι πάντες κλέβουν τους πάντες -του κράτους συμπεριλαμβανομένου-, δεν έχει καμία προοπτική. Η αύξηση του μεγέθους των ελληνικών επιχειρήσεων είναι απολύτως αναγκαία συνθήκη για την αξιοποίηση του νέου σκηνικού. Σε αυτή την κατεύθυνση οι συγχωνεύσεις, οι εξαγορές και οι συνεργασίες μικρομεσαίων επιχειρήσεων φαντάζουν ως μονόδρομος. Άλλωστε, η προσπάθεια αυτή, που έχει ως απώτερο στόχο τη μεγέθυνση των ελληνικών επιχειρήσεων ώστε να αποκτήσουν τραπεζικό προφίλ και να προχωρήσουν σε οικονομίες κλίμακας, θα ξεκινήσει και επισήμως με την ψήφιση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου στις αρχές του χρόνου από τη Βουλή.

Σε αυτό το νέο περιβάλλον καθοριστικός είναι ο ρόλος των κοινοτικών κονδυλίων. Του Ταμείου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας, του νέου ΕΣΠΑ και της νέας Κοινής Αγροτικής Παραγωγής. Γύρω στα 70 δισ. ευρώ τα επόμενα επτά – οκτώ χρόνια, η μόχλευση των οποίων μπορεί να οδηγήσει -ιδανικά- σε διπλάσιες επενδύσεις. Μόνο που σε αντίθεση με ότι συνέβαινε με τα προηγούμενα κοινοτικά πακέτα οι νέες ευρωπαϊκές οδηγίες ρίχνουν το βάρος στην ψηφιακότητα, στις πράσινες επενδύσεις και στην καινοτομία. Βέβαια στο νέο ΕΣΠΑ συμπεριλαμβάνεται για πρώτη φορά το εμπόριο, αλλά και σε αυτή την περίπτωση οι όροι είναι αυστηροί και οι στόχοι φιλόδοξοι.

Τα ατού της Θεσσαλονίκης

Για τη Θεσσαλονίκη και την ευρύτερη Κεντρική Μακεδονία το νέο τοπίο έχει δύο αναγνώσεις. Κατ’ αρχήν η επιχειρηματικότητα της ανάγκης που αναπτύσσεται εντός του πολεοδομικού συγκροτήματος με μαγαζιά και μαγαζάκια θα δοκιμαστεί. Ιδιαίτερα σε κλάδους στους οποίους τα φαινόμενα υπερεπαγγελματισμού είναι ορατά δια γυμνού οφθαλμού, όπως είναι η εστίαση. Από την άλλη η μεταποιητική και εξαγωγική παράδοση της περιοχής, σε συνδυασμό με τη δυναμική του πρωτογενούς τομέα της οικονομίας δημιουργούν ελπίδες ότι η οικονομική διολίσθηση των τελευταίων 30 ετών μπορεί να αντιστραφεί. Επίσης το περιβάλλον γνώσης που δημιουργούν τα τρία πανεπιστήμια μπορεί να προσελκύσει ξένες επενδύσεις ιδιαίτερης προστιθέμενης αξίας, όπως αποδεικνύει η περίπτωση της φαρμακευτικής βιομηχανίας Pfizer. Το μυστικό για να δουλέψουν όλα αυτά -αν, δηλαδή, πρόκειται για μυστικό- είναι οι άνθρωποι που κατέχουν κύριες θέσεις. Πρωτίστως οι επιχειρηματίες, οι οποίοι θα έρθουν μπροστά σε προκλήσεις. Αλλά και οι δημόσιοι λειτουργοί που παίρνουν αποφάσεις και συχνά εκτονώνουν την ενεργητικότητα τους ακολουθώντας την υπνωτική σιγουριά της γραφειοκρατίας και ποντάροντας σε φτηνές εντυπώσεις. Αν και πολλοί επιμένουν ότι η απουσία φυσικών ηγεσιών στην περιοχή στην ουσία προδιαγράφει αρνητικό αποτέλεσμα, μόνο η πράξη θα δείξει εάν αυτή τη φορά οι ευκαιρίες θα μετατραπούν σε δυνατότητες ή αν ο βασιλιάς παραμένει γυμνός. Ίσως το 2022 να μη δώσει οριστικές απαντήσεις, αλλά πιθανότατα του χρόνου τέτοια εποχή θα έχουμε τις πρώτες αξιόπιστες ενδείξεις.

Πηγή:voria.gr

Social media & sharing icons powered by UltimatelySocial