Τις τελευταίες ώρες η οργή έχει ξεχειλίσει για τους Έλληνες influencers με αφορμή την υπόθεση βιασμού στη Θεσσαλονίκη. Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα…

Δεν ακολουθώ την Τούνη και τον Κοψιάλη. Αλλά αν τους ακολουθούσα, σίγουρα θα τους έκανα unfollow για όσα είπαν κι έκαναν τις τελευταίες μέρες. (Εννοείται ότι δεν θα τους ευχόμουν καρκίνους όπως πάρα πολλοί. Ας υπάρχει ένα μέτρο.)

Θα έγραφα όμως γιατί θεωρώ ότι είναι απαράδεκτοι, κι ο καθένας ας έκρινε. (Εν συντομία, η Τούνη είναι ήδη απαράδεκτη για χίλιους δυο λόγους, τώρα, με αφορμή την καταγγελία 24χρονης για βιασμό στη Θεσσαλονίκη, πρόσθεσε κι άλλους «δίνοντας» κάποιον -ενδεχομένως άσχετο- για μια προ τετραετίας διαρροή ώστε να βγάλει λάδι έναν φίλο της. Και ο Κοψιάλης έκανε επίσης gaslighting στηρίζοντας τον ίδιο φίλο, λέγοντας επιπλέον ότι δεν αναφέρεται πουθενά στη δικογραφία, ενώ κανονικά δεν θα μπορούσε να έχει πρόσβαση στη δικογραφία!)

Όμως κάποιες φορές η cancel culture μπορεί να γίνει σχεδόν τόσο τοξική όσο τα κακώς κείμενα που καταγγέλλει. Μπορεί κάποιος να κάνει μια απαράδεκτη δήλωση, και οι «ηθικοί» να τον σταυρώσουν – λέγοντας ακόμα χειρότερα πράγματα απ’ όσα είπε αυτός. Και υπάρχει κίνδυνος να διολισθήσουμε σε τρομακτικά λαϊκά δικαστήρια, ειδικά τώρα που υπάρχει η αίσθηση -όχι απαραίτητα αδίκως- πως επειδή εμπλέκονται πλούσιοι και ισχυροί δεν πρόκειται να καταδικαστούν όπως πρέπει.)

Η δημόσια κατακραυγή πρέπει να εκφράζεται ελεύθερα. Ο τρόπος είναι που με προβληματίζει – και η ορολογία. Τα “cancel τάδε” και “cancel δείνα” όσο κι αν δίνουν μια διέξοδο στη λαϊκή οργή μοιάζουν αναποτελεσματικά. Και ακούγονται πλέον λίγο αστεία.

Κάθε λίγο και λιγάκι δημιουργείται ένα κίνημα cancel στα ελληνικά σόσιαλ. Αλλά δεν είναι πολλά αυτά που έχουν πετύχει.

Βάζουμε τεράστιους, σούπερ φιλόδοξους στόχους τύπου “Cancel Τάδε Κόλα” και “Cancel Ραδιο Αρβύλα” και “Cancel Τούνη”. Και όταν φυσικά τίποτα απ’ αυτά δεν ακυρώνεται, μετά:

α) Μοιάζουμε τελικά χαζοί και τελείως ανίσχυροι, που, παρότι κάναμε 150.000 τουίτς ώστε να κοπεί μια εκπομπή, αυτή συνεχίζει με ακόμα υψηλότερα νούμερα!

β) Αποθρασύνονται οι στόχοι του κάθε cancel. Και αφού τελικά δεν έγιναν cancelled, αισθάνονται και ήρωες που, παρά το μαζικό κίνημα ακύρωσής τους αυτοί επέζησαν – άρα ο κόσμος τους αγαπάει, άρα τα έκαναν όλα καλά.

Αισθάνομαι πως το #cancel_influencers που είναι απ’ τα δημοφιλέστερα χάσταγκ στα σόσιαλ τα τελευταία 24ωρα, είναι σωστό κατά βάση και καλοπροαίρετο. Αλλά ακούγεται υπερβολικά πομπώδες. Η φάση θυμίζει το βοσκό με τον λύκο: έχει φορεθεί τόσο πολύ το cancel -και ενίοτε για ψύλλου πήδημα- που σε λίγο δεν θα το παίρνει κανείς στα σοβαρά ακόμα κι όταν αφορά σε σημαντικά, όπως εδώ, ζητήματα.

Μερικές φορές τα cancel διαφημίζουν

Η γραφικότητα καραδοκεί: Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει 15 φορές trending χάσταγκ τύπου “Cancel Τούνη” και η Τούνη έχει περισσότερους followers από ποτέ.

Θυμάστε το “Cancel Τάσο Ξιαρχό”; Που θεώρησαν όλοι πως επειδή του είχαν κάνει unfollow 5.000 άτομα είχε συμβεί κάτι σπουδαίο και καταστράφηκε η καριέρα του δια παντός; Με μια συγγνώμη, και με την ίδια ευκολία που έγινε cancelled, ξεακυρώθηκε. Πήρε πίσω τους 5.000 followers (είχε πέσει στις 45.000) και ενώ τώρα έχει περισσότερους από ποτέ – διπλασιάζοντάς τους.

Σήμερα, είναι δημοφιλέστερος από ποτέ:

Το δε Ράδιο Αρβύλα που όλοι προεξοφλούσαν πως ξόφλησε, ότι κανείς δεν θα το ξαναδεί κλπ,  πάει καλύτερα κι από πριν στην τηλεθέαση. Χωρίς καν μία συγγνώμη ή διευκρίνιση για το πόσα ήξεραν, όλα τα περασμένα έγιναν ξεχασμένα.

Με δυο λόγια, τα cancel συχνά μας γυρίζουν μπούμερανγκ. Αντί να αφανίσουμε κάποιους, τους εδραιώνουμε.

Το να ξεκινήσεις ένα μποϊκοτάζ είναι μια σοβαρή υπόθεση και δεν αρκεί ένα χάσταγκ που απαιτεί τον πλήρη αφανισμό του στόχου. Ειδικά όταν σε λίγες μέρες θα το έχουν ξεχάσει κι αυτοί που το ξεκίνησαν, και θα έχει αντικατασταθεί από κάποιο καινούργιο.

Τότε τι;

Υποστηρίζω πως έτσι όπως έχει απαξιωθεί η κουλτούρα του συνεχούς, ανέξοδου και τελικά συχνά ανεφάρμοστου cancel χρειάζεται κάτι άλλο. Περισσότερη κουβέντα, περισσότερα επιχειρήματα, ίσως περισσότερα θετικά μηνύματα. Οι λέξεις έχουν σημασία και το cancel είναι όρος ελαφρώς απαξιωμένος.

Μια πρόταση; Το “cancel τάδε” να γίνει “justice for” («δικαίωση για»). Να απαιτούμε δικαιοσύνη, να απαιτούμε να δικαιωθούν τα θύματα. Προφανώς η δικαίωσή τους θα έρθει με την καταδίκη των ενόχων, όμως αυτήν δεν θα την κάνουμε εμείς. Μπορούμε όμως να πιέσουμε προς αυτήν την κατεύθυνση.

Όταν λέμε “cancel την τάδε καφετέρια” και αυτή παρόλα αυτά δεν κλείνει, θεωρούμε πως κάναμε ό,τι μπορούσαμε και τα παρατάμε. Η αποτυχία μας μοιάζει οριστική.

Κι όμως, αν πραγματικά ενδιαφερόμαστε για ένα θέμα, συνεχίζουμε σε βάθος χρόνου. Βοηθούμε να διαδοθεί η υπόθεση, πιέζουμε για αληθινή δικαιοσύνη, στηρίζουμε τους whistleblowers (αυτούς που βγάζουν τις καταγγελίες και φέρνουν το θέμα στην επικαιρότητα, όπως πχ. ο Ηλίας Γκιώνης) και δεν το ξεχνάμε όταν θα μας τραβήξει την προσοχή το επόμενο μπαμ.

Πηγή: mikropragmata.lifo.gr

Social media & sharing icons powered by UltimatelySocial