Ένας εκ των δώδεκα κατηγορούμενων έκλαιγε καθόλη τη διάρκεια της κατάθεσης της μητέρας του
Τη συντριβή τους για τον θάνατο του 19χρονου Άλκη Καμπανού εξέφρασαν από το βήμα του μάρτυρα οι μητέρες τριών κατηγορούμενων οπαδών του ΠΑΟΚ που κατέθεσαν σήμερα μεταξύ άλλων ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης.
Μάλιστα, ο δέκατος κατηγορούμενος που έφερε το δρεπάνι κατά την άγρια επίθεση, ξέσπασε σε κλάματα την ώρα που η μητέρα του κλήθηκε να μιλήσει για τον χαρακτήρα του ίδιου αλλά το τι γνωρίζει για το περιστατικό.
Η ίδια, φανερά ταραγμένη ζήτησε συγγνώμη από την οικογένεια του άτυχου νέου και αναφερόμενη στη μητέρα του είπε πως «δεν τολμάω να την κοιτάξω μέσα στα μάτια».
«Προσπάθησα να γράψω ένα γράμμα αλλά πού να το πάω. Σκεφτόμουν ακόμα και να πάω στο μνήμα του παιδιού αλλά δεν ένιωσα άξια. Όταν μπήκε αυτό το παιδί στο χώμα, μπήκαμε όλοι μαζί στο χώμα. Και τα παιδιά μας μαζί του. Κι εμάς μας πονάει. Νιώθουμε σαν να χάσαμε κι εμείς ένα παιδί. Αυτό το παιδί, τον Άλκη. Και αυτό δεν ξεχαστεί αυτό», είπε μέσα σε λυγμούς.
Η μάρτυρας υπεράσπισης σημείωσε πως το παιδί της μεγάλωσε σε μία αγαπημένη οικογένεια ενώ έκανε εκτενή αναφορά στην επίθεση που είχε δεχθεί ο δικός της γιος από οπαδούς του Άρη έναν χρόνο πριν το συμβάν.
«Είχα τρελαθεί. Ήταν πολύ βαριά, κόντευε να πεθάνει. Το μάτι είχε αποκολληθεί και είχαν σπάσει πολλά οστά στο πρόσωπό του. Έκανα τα πάντα για να μάθω τι συνέβη και μου έλεγε “μαμά άστο γιατί θα κινδυνεύσει ο αδερφός μου”», πρόσθεσε.
Ερωτώμενη για το δρεπάνι, σημείωσε πως δεν μπορεί να εξηγήσει πώς ο γιος της είχε μαζί του ένα τέτοιο αντικείμενο ενώ σημείωσε ότι από το πρώτο λεπτό ο κατηγορούμενος τής είπε πως «χτύπησε τον φίλο του Άλκη που ξέφυγε από το σημείο, τον χτύπησαν και του έπεσε το δρεπάνι, χωρίς να πλησιάσει τον 19χρονο».
«Είμαι κι εγώ όπου είναι το παιδί μου. Εδώ αλλά και στη φυλακή. Ως μάνα απολογούμαι κι εγώ», είπε κλαίγοντας με την εισαγγελέα να της ζητά να γυρίσει και να κοιτάξει τον γιο της. «Βλέπετε τη διαφορά» της είπε αναφερόμενη στη μητέρα του Άλκη που άκουγε την κατάθεση από το ακροατήριο.
«Το ξέρω. Εγώ τον βλέπω, τον ακουμπάω, περιμένω να τον αγκαλιάσω», αποκρίθηκε η μάρτυρας. «Είναι πολύ μετανιωμένος», κατέληξε.
«Τον τάϊσα και περίμενα να συλληφθεί»
Νωρίτερα στο βήμα του μάρτυρα ανέβηκε η μητέρα του 5ου κατηγορούμενου, που ήταν ο οδηγός του δεύτερου αυτοκινήτου με τα οποία οι κατηγορούμενοι έφτασαν στο σημείο της φονική επίθεσης.
«Θέλω να εκφράσω τη συντριβή και την οδύνη μου στους γονείς του παιδιού που χάθηκε. Δεν πίστευα ποτέ ότι θα γινόταν κάτι τέτοιο και αναρωτιέμαι υπό ποιες συνθήκες έγινε. Μακάρι να μπορούσαμε να αποτρέψουμε ή διορθώσουμε την τραγική απώλεια του γιου τους», είπε η μάρτυρας ξεκινώντας την κατάθεσή της.
Χαρακτήρισε τον γιο της ως ένα χαρούμενο παιδί που δεν δημιουργούσε προβλήματα και περιέγραψε την πορεία του μέχρι να έρθει από την επαρχία στη Θεσσαλονίκη για σπουδές.
«Το γεγονός αυτό ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία. Δεν μπορώ να καταλάβω ως και σήμερα πώς και υπό ποιες συνθήκες βρέθηκε εκεί πέρα. Το πρωί της 1ης Φεβρουαρίου μιλήσαμε και τον άκουσα κάπως ταραγμένο. Μου είπε να ακυρώσουμε τον οδοντίατρο γιατί είπε ότι αισθανόταν άρρωστος. Στις 2 Φεβρουαρίου μιλήσαμε και μου είπε ότι δεν πήγε στη δουλειά», είπε. Στη συνέχεια σημείωσε πως από τα βίντεο που άρχισαν να κυκλοφορούν, είδαν ομοιότητες του ενός αυτοκινήτου με το δικό τους, μέχρι που ο άλλος της γιος τής τηλεφώνησε λέγοντας της πως έχει συμβεί «κάτι σοβαρό και πως πρέπει να πάμε στη Θεσσαλονίκη».
«Εκεί ομολόγησε σε μένα ότι βρέθηκε στο περιστατικό. Εγώ φυσικά εκείνη τη στιγμή εξερράγην, άρχισα να του φωνάζω. Μου είπε αυτολεξεί “δεν κρατούσα τίποτα. Μην μου φωνάζεις. Με πήραν τηλέφωνο και τους μετέφερα εκεί”», είπε η μάρτυρας.
«Με διαβεβαίωσε και επέμενε πολύ σε αυτό. Ότι δεν χτύπησε κανέναν και δεν κρατούσε τίποτα. Εγώ πιστεύω την αλήθεια του παιδιού μου. Έχει μεγαλώσει σε ένα σπίτι με τόση αγάπη που δεν τον θεωρώ σε καμία περίπτωση ικανό να περάσω τα όρια», συμπλήρωσε.
«Πιστεύω ότι ήξερε πως πηγαίνουν εκεί για να μαλώσουν και να βριστούν. Δεν θα σήκωνε το χέρι για να μαχαιρώσει ή να κάνει κακό και το λέω μετά βεβαιότητας» κατέθεσε και συμπλήρωσε πως ο κατηγορούμενος τής μετέφερε πως όλη την ώρα ήταν με γυμνά χέρια και δεν πλησίασε τα σκαλοπάτια της πολυκατοικίας.
«Μου είπε πως βρέθηκε εκεί και κοιτούσε πώς να φύγει. Ότι δεν είχε οπτική εικόνα του τι γινόταν ακριβώς και πως είδε μόνο κάποια άτομα πάνω στα σκαλιά και αυτά από τη μέση και πάνω», τόνισε.
«Δεν πέθανε μόνο του το παιδί. Ήταν ένα άγριο περιστατικό, ένα ειδεχθές έγκλημα και είναι αδιανόητο να χάνουμε νέα παιδιά με αυτόν τον τρόπο. Όταν μου το είπε το μόνο που έκανα είναι να ηρεμήσω τα πνεύματα στο σπίτι και να τον ταΐσω, γιατί ήμασταν σίγουροι για τη σύλληψή του», κατέληξε η μάρτυρας.
«Ένα παιδί σαν όλα τα παιδιά»
Τρίτη κατά σειρά μητέρα που κατέθεσε στη σημερινή διαδικασία ήταν αυτή του 12ου κατηγορούμενου, οδηγού του τρίτου αυτοκινήτου, που υποστηρίζει πως εκτελούσε απλά χρέη ταξιτζή χωρίς να κατέβει από το όχημα.
«Ζητώ συγγνώμη από όλους τους συγγενείς. Δεν περίμενα ποτέ ότι θα συμβεί κάτι τέτοιο», είπε.
Στη δίκη κατέθεσαν ακόμα ο αδερφός και ένας καθηγητής του 8ου κατηγορούμενου, η θεία του 10ου και ο κολλητός φίλος του 12ου ενω η διαδικασία θα συνεχιστεί με τους υπόλοιπους μάρτυρες υποστήριξης την Πέμπτη.
Πηγή: voria.gr