Σαρηγιάννης, Κιουμής και Λουκίδης αναλύουν στο Newsbeast γιατί οι ημερήσιοι θάνατοι από κορονοϊό στην Ελλάδα είναι πιο ψηλά σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες
Οι πολλοί ημερήσιοι θάνατοι της Ελλάδας σε σχέση με τα κρούσματα που σημειώνονται, σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, γίνονται αντιληπτοί μέσα από τα εξής παραδείγματα: σε 1.201.121 καταγεγραμμένα κρούσματα από την αρχή της πανδημίας στην Αυστρία, οι θάνατοι έχουν φτάσει στις 12.498. Στη Σουηδία τα αντίστοιχα νούμερα είναι: 1.212.145 και 15.170 και στην Ολλανδία 2.772.919 και 19.702. Τα δικά μας αντίστοιχα νούμερα είναι: 971.148 και 18.716 (σ.σ πρόκειται για στοιχεία του ECDC μέχρι χθες, 7/12/2021). Ένα παρόμοιο –αλλά λίγο καλύτερο- ισοζύγιο με το δικό μας είναι αυτό της Πορτογαλίας με 1.169.003 κρούσματα και 18.551 θανάτους. Η διαφορά είναι εμφανής.
Μιλώντας στο Newsbeast, ο Δημοσθένης Σαρηγιάννης, καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής στο ΑΠΘ συμπυκνώνει τις αιτίες για αυτή την κακή απόδοση στις εξής τέσσερις αιτίες: ανεμβολίαστος πληθυσμός και μάλιστα στο ευάλωτο κομμάτι του, δηλαδή στους άνω των 60 ετών, γερασμένος πληθυσμός συνολικά στη χώρα, ελλιπές πρωτοβάθμιο σύστημα υγείας, και μη ικανοποιητικά οργανωμένο σύστημα στις ΜΕΘ.
Στις παραπάνω παρατηρήσεις του κου Σαρηγιάννη, ο Ιωάννης Κιουμής, Καθηγητής Λοιμωξιολογίας- Πευμονολογίας στο ΑΠΘ και εντατικολόγος με εμπειρία ετών έχει πολλά να προσθέσει/εξηγήσει.
«Στην Ελλάδα δεν είναι όλες οι ΜΕΘ ισοδύναμες»
«Το ότι η αναλογία κρουσμάτων-θανάτων είναι κακή, έχει επισημανθεί εδώ και αρκετό καιρό» ξεκινά να μας εξηγεί ο κος Κιουμής και συνεχίζει: «Τα αίτια είναι πολλαπλά. Ένα από αυτά είναι αυτό που ήδη ειπώθηκε από τον κυβερνητικό μας εκπρόσωπο, ότι δηλαδή είμαστε μια χώρα με γερασμένο πληθυσμό, ευάλωτο στις δυσμενείς συνθήκες της πανδημίας. Το δεύτερο, είναι ότι είμαστε χώρα που δεν διακρίθηκε για τα ποσοστά εμβολιασμού της σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές. Δεν είμαστε στη χειρότερη θέση αλλά δεν είμαστε και μεταξύ των καλύτερων.
Αυτό που είναι δύσκολο να ειπωθεί στο δημόσιο διάλογο είναι ότι στην πραγματικότητα δεν είναι όλες οι μονάδες εντατικής θεραπείας στην Ελλάδα ισοδύναμες. Ο κορονοϊός είναι ένας, δεν είναι άλλος στην πρωτεύουσα και άλλος στην Περιφέρεια. Σε μερικές μονάδες της περιφέρειας όμως η θνητότητα είναι πιο υψηλή. Οι υποδομές και η εξειδίκευση του προσωπικού λείπουν από κάποια νοσοκομεία. Εκεί, είχαν μάθει να λειτουργούν υπό άλλες συνθήκες. Δεν μπόρεσαν να αναπτύξουν όλες λοιπόν στην πανδημία αλγόριθμους και αντανακλαστικά για να διαχειριστούν τα νέα περιστατικά.
»Στην Γερμανία διαβάζουμε ότι διαθέτουν 60.000 κλίνες ΜΕΘ. Αν δούμε την αναλογία πληθυσμού Ελλάδας- Γερμανίας καταλαβαίνουμε αφενός ότι οι δικές τους κλίνες είναι αναλογικά πολύ περισσότερες από τις δικές μας. Όμως εκείνες οι μονάδες ήταν οργανωμένες και είχαν μάθει να λειτουργούν σαν ομάδες εδώ και χρόνια. Στην Ελλάδα, την περίοδο της κρίσης της πανδημίας εμφανίστηκε στις ΜΕΘ σε κάποιο βαθμό η λογική του “μαζέματος” σε εξοπλισμό και σε προσωπικό.
Η χρόνια εμπειρία μου ως εντατικολόγος μού έχει αποδείξει το εξής: όταν μια ομάδα είναι “στημένη” καλά, τότε πραγματικά, πιστέψτε με, καταφέρνει και συνεννοείται με τα μάτια. Καμία κλίνη ΜΕΘ από μόνη της δεν μπορεί να κάνει καλά κανέναν άρρωστο. Το προσωπικό είναι αυτό που κάνει τη διαφορά.
Την ίδια στιγμή, σε αυτή τη φάση της πανδημίας στην Ελλάδα, ακούμε ολοένα και πιο συχνά για ασθενείς που μένουν για κάποιο χρονικό διάστημα εκτός ΜΕΘ, σε θάλαμο με μηχανικό αερισμό κτλ. Αυτό δεν είναι το ίδιο με το να μπεις άμεσα στη ΜΕΘ».
Οι δυσκολοδυσεύρετοι εντατικολόγοι στην Ελλάδα
Σε αυτό το σημείο, ρωτήσαμε τον κο Κιούμη αν συμφωνεί με την τοποθέτηση που είχε κάνει πριν από λίγο καιρό ο καθηγητής πνευμονολογίας και εντατικολογίας Θεόδωρος Βασιλακόπουλος στο Newsbeast,ο οποίος τότε μας είχε πει τα εξής: « Όχι μόνο στο Λαϊκό αλλά σε όλη την Ελλάδα φτιάχτηκαν πρόχειρα κλίνες ΜΕΘ. Η μονάδα στο Λαϊκό λειτούργησε χωρίς παροχή πεπιεσμένου αέρα, μόνο με παροχή οξυγόνου, χωρίς ειδικούς αναπνευστήρες. Αυτό που έχει συμβεί είναι ότι προσπαθήσαμε μέσα σε ένα χρόνο να διπλασιάσουμε τα κρεβάτια εντατικής θεραπείας. Είχαμε 560 κρεβάτια και τα έχουμε πάει στα πάνω από 1000. Αυτό δεν μπορεί να γίνει ούτε εύκολα ούτε με τα τέλεια αποτελέσματα. Δεν υπάρχει κανένας εξειδικευμένος εντατικολόγος για να προσληφθεί. Όσοι είχαν ξεκινήσει ακόμα και να κάνουν εξειδίκευση ή είχαν πρόθεση να ξεκινήσουν, έχουν προσληφθεί όλοι».
Σχολιάζοντας την παραπάνω τοποθέτηση, ο κος Κιουμής μας λέει: «Ο κος Βασιλακόπουλος είναι απόλυτα σωστός. Μπορείς να βγεις στην αγορά και να αγοράσεις κρεβάτια, αναπνευστήρες, μόνιτορ. Αγορά εντατικολόγων δυστυχώς δεν υπάρχει και το γιατί είναι μια μεγάλη συζήτηση. Η εντατικολογία είναι μια πάρα πολύ δύσκολη ειδικότητα και στρεσογόνα, ενέχει μεγάλο ρίσκο και αμείβεται όπως μια οποιαδήποτε άλλη ειδικότητα που μπορεί να είναι όμως πολύ “ήσυχη”.
»Σε πολλές άλλες χώρες, το θέμα της εντατικής θεραπείας είναι πολύ καλύτερα οργανωμένο με στελέχωση σωστή που δεν εξαντλεί τους γιατρούς. Υπάρχουν ειδικότητες στην Ελλάδα μέσα στα νοσοκομεία που ακόμα δεν έχουν καταλάβει τι σημαίνει πανδημία και δεν θέλουν να πάνε ούτε στις απλές κλίνες. Μετά από δύο χρόνια πανδημίας το ελληνικό ΕΣΥ έχει καταπονηθεί σε τεράστιο βαθμό. Δυστυχώς, στη χώρα μας δεν δίνονται κίνητρα στους γιατρούς να παράξουν και να ερευνήσουν περισσότερο, ούτε να επενδύσουν στην ειδικότητα τους. Οι κρίσεις των γιατρών επίσης δεν γίνονται με ποιοτικά κριτήρια».
Ο παράγοντας που βάζει στο τραπέζι ο Στέλιος Λουκίδης
Ο Στέλιος Λουκίδης, πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας προσθέτει και άλλον έναν παράγοντα για τους 100 θανάτους από κορονοϊό κατά μέσο όρο που σημειώνονται τις τελευταίες ημέρες στη χώρα μας. Όπως μας εξηγεί: «Τελευταία, διαπιστώνουμε ολοένα και περισσότερο ότι οι ασθενείς με κορονοϊό αργούν να προσέλθουν στα νοσοκομεία. Πολλοί έρχονται καθυστερημένα και αφού έχουν βασιστεί σε αναποτελεσματικές θεραπείες στο σπίτι με αντιβιώσεις. Σε αυτό το σημείο, έχουν μερίδιο ευθύνης και οι γιατροί του πρωτοβάθμιου συστήματος υγείας. Οι οδηγίες του ΕΟΔΥ είναι σαφέστατες- δεν επιτρέπεται να δίνουμε αντιβιοτικά στο σπίτι και όμως, κάποιοι γιατροί το κάνουν. Εδώ υπάρχει κόσμος που έχει φτάσει να παίρνει οξυγόνο στο σπίτι του, κάτι εντελώς λανθασμένο».
Πηγή: newsbeast.gr