Η πανδημία επηρέασε σημαντικά τα δημόσια μέσα μετακίνησης τα οποία επιλέγουν οι πολίτες στη καθημερινότητά τους καθώς, σύμφωνα με την έρευνα του ΟΣΕΘ, η χρήση των αστικών στη Θεσσαλονίκη μειώθηκε κατά 40%.
Ο Ιωάννης Κωνσταντινίδης, αναπληρωτής καθηγητής του ΠΑΜΑΚ παρουσίασε τα ευρήματα της μελέτης του Οργανισμού Συγκοινωνιακού Έργου Θεσσαλονίκης σχετικά με τις συνέπειες και τους τρόπους μετακίνησης εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης στις δημόσιες επιβατικές μεταφορές στην Θεσσαλονίκη.
Οι τακτικότεροι χρήστες των μέσων μεταφοράς προ πανδημίας ήταν κυρίως οι φοιτητές, οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι κάτοικοι των περιφερειακών δήμων της πόλης. Μετά την πανδημία όμως, οι συνταξιούχοι και οι άνω των 55 μείωσαν σημαντικά τις μετακινήσεις τους.
Οι τωρινές συνθήκες αποδεικνύουν ότι το 20,47% προτιμά τα οχήματα, το 7% τα ποδήλατα και το 34% μετακινείται κυρίως με τα πόδια. Αυτά τα στοιχεία δείχνουν ότι τα 2/3 των επιβατών μείωσαν τη χρήση των αστικών μετά κορωνοϊού και η αντικατάστασή τους έγινε από τα οχήματα τα οποία διπλασιάστηκαν. Οι λόγοι της μείωσης αφορούν κυρίως τον συνωστισμό που δημιουργείται μέσα στα λεωφορεία αλλά και την τηλεργασία που περιόρισε σημαντικά τις μετακινήσεις. Οι επτά στους δέκα μάλιστα απάντησαν ότι είναι πρόθυμοι να περιμένουν το επόμενο δρομολόγιο στην περίπτωση που το αστικό είναι γεμάτο. Ωστόσο, προ κορωνοϊού η εικόνα ήταν τελείως διαφορετική. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, ένας στους δύο Θεσσαλονικείς, δηλαδή το 52,63% χρησιμοποιούσε τα αστικά λεωφορεία ενώ η χρήση ιδιωτικών μέσων όπως αυτοκίνητα, ποδήλατα αφορούσε μόνο τον έναν στους τρεις πολίτες. Το 79,24% προτιμούσε τα αστικά για τον χώρο εργασίας καθιστώντας τα απολύτως απαραίτητα για την καθημερινότητα. Αντιθέτως, σήμερα το ποσοστό αυτό μειώθηκε κατά 40%.
Παράλληλα, τα 3/5 των επιβατών εκτιμούν σήμερα ότι η διοίκηση δεν μεριμνά επαρκώς όσον αφορά τα μέτρα προστασίας εντός των αστικών λεωφορείων καθώς το 82% απάντησε ότι υπάρχει μεγάλος κίνδυνος μετάδοσης του κορωνοϊού. Αξιοσημείωτο είναι ότι και το μεγαλύτερο ποσοστό θεωρεί ότι τα μέτρα προστασίας δεν λαμβάνονται ούτε από τους πολίτες αλλά ούτε και από τη διοίκηση. Κυριαρχεί το αίσθημα ανασφάλειας κατά τη χρήση των αστικών μέσων μεταφοράς με αποτέλεσμα να τα αποφεύγουν. Η λύση που έδωσαν οι επιβάτες αφορά κυρίως την αύξηση των δρομολογίων και στη συνέχεια τους ελέγχους για την τήρηση των μέτρων.
Ακόμη, καταγράφηκε η εκτίμηση των πολιτών για το μέλλον της κυκλοφορίας στη Θεσσαλονίκη, ιδίως μετά το τέλος της πανδημίας. Η λειτουργία του Μετρό κρίνεται οριακά χρησιμότερη από την αύξηση των δρομολογίων στα αστικά λεωφορεία. Το εύρημα δείχνει ότι η αξία των αστικών δεν θα μειωθεί ακόμη και με την πολυαναμενόμενη λειτουργία του Μετρό Θεσσαλονίκης.
Σχετικά με την κυκλοφορία στη Θεσσαλονίκη οι πολίτες απαισιοδοξούν για τη βελτίωσή της ενώ το 45% εκτιμά ότι το Μετρό θα λύσει το κυκλοφοριακό πρόβλημα και το 32% ότι η αύξηση των δρομολογίων είναι σημαντικότερη ακόμη από το μετρό. Οι κάτοικοι της δυτικής Θεσσαλονίκης, ωστόσο θεωρούν το μετρό δεν αποτελεί τη λύση στο κυκλοφοριακό. Ένα αναμενόμενο συμπέρασμα καθώς οι δυτικές περιοχές δεν θα εξυπηρετούνται από τη λειτουργία του.
Κατακόρυφη αύξηση παρουσίασε το ποσοστό όσων έχουν διαγράψει το λεωφορείο από τις επιλογές τους για τη μετακίνησή τους, από 1,75% που ήταν πριν από την πανδημία, στο 9,65% μετά.
Δραματική είναι η μείωση των εισπράξεων του ΟΑΣΘ μετά την πανδημία. Σύμφωνα με την έρευνα, το 2019 οι εισπράξεις είχαν φτάσει τα 28.951.149 ευρώ, ενώ το 2020, εμφάνιση της πανδημίας έπεσσαν στα 11.813.826. Μειώθηκαν δηλαδή κατά 60% περίπου.
Από την πλευρά του ο ερευνητής, Ευάγγελος Κατσαρός εξήγησε ότι οι λύσεις διαμοιρασμού οχήματος και αύξησης της συχνότητας των δρομολογίων των αστικών θα πρέπει να διερευνηθούν άμεσα στο πλαίσιο του νέου χάρτη συγκοινωνιών της Θεσσαλονίκης. «Τα ευρήματα της έρευνας δείχνουν ξεκάθαρα ότι το τοπίο στα μέσα μεταφοράς στην πόλη πρέπει να ξεκαθαρίσει άμεσα και να γίνει ενιαίος σχεδιασμός. Θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν οι διαθέσιμες τεχνολογίες με τη συνεργασία αρμόδιων φορέων της πόλης. Άμεση ανάγκη για ένα βιώσιμο τρόπο μεταφοράς προκειμένου να διασφαλιστεί υψηλή ποιότητα ζωής στις πόλεις και να καταστούν πιο προσβάσιμες. Η ποδηλασία και το περπάτημα αποτελούν δύο σημαντικές μορφές κινητικότητας οι οποίες πρέπει να υποστηριχθούν. Ιδιαίτερη σημασία για τη Θεσσαλονίκη η οποία ανήκει στις πόλεις με τη χειρότερη ποιότητα ατμοσφαιρικού αέρα», επισήμανε.
«Τα κυκλοφοριακά προβλήματα είναι πολλά στη Θεσσαλονίκη και τα περισσότερα σχετίζονται με την έλλειψη έργων. Η υπερβολική χρήση του ΙΧ στην πόλη μας είναι συνέπεια της πανδημίας καθώς το 40% των χρηστών απομακρύνθηκε από τα αστικά μέσα μεταφοράς. Η πρότασή μας για τη σύνθεση των διαφορετικών Σχεδίων Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας (ΣΒΑΚ) των Δήμων του πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης σε ένα ενιαίο Μητροπολιτικό ΣΒΑΚ, υπό την εποπτεία του ΟΣΕΘ που θα λάβει υπόψη όλες τις μορφές συγκοινωνίας που υφίστανται ή θα αναπτυχθούν στην πόλη τα επόμενα χρόνια», ανέφερε ο Διευθύνων σύμβουλος του ΟΣΕΘ Γιάννης Τόσκας.
Όσον αφορά τον ΟΑΣΘ δήλωσε ότι έχει βελτιωθεί δραματικά το τελευταίο τετράμηνο με την προσθήκη των περίπου 260 νέων μισθωμένων οχημάτων. Τόνισε, ακόμη την ανάγκη για την μελλοντική συνεργασία των διαφόρων ειδών μεταφοράς όπως και των βιώσιμων μέσων μετακίνησης.
Πηγή: thesstoday.gr