Ρολά κλήθηκαν να κατεβάσουν για δεύτερη φορά μέσα στη χρονιά τα καταστήματα εστίασης της Θεσσαλονίκης, έπειτα την επιβολή του τοπικού lockdown από τα ξημερώματα της Παρασκευής, 30 Οκτωβρίου, τότε που η πόλη είχε μπει στο κόκκινο επίπεδο.
Άνθρωποι του κλάδου κάνουν λόγο πως η συγκεκριμένη απόφαση ίσως να είναι το τελικό χτύπημα για την εστίαση, ενώ επιχειρηματίες εκφράζουν την αγωνία τους και τον φόβο τους για το μέλλον. Μάλιστα, διατυπώνουν και το παράπονο τους, πως ενώ οι ίδιοι ήταν τυπικοί και σεβάστηκαν τα μέτρα, εξαιτίας κάποιων άλλων που δεν τα τήρησαν, οδηγήθηκαν στο κλείσιμο των επιχειρήσεων τους. Παρ’ όλα αυτά διατηρούν την ψυχραιμία, την αισιοδοξία τους και ελπίζουν τα πράγματα να βελτιωθούν στο μέλλον.
Η κ. Ντίνα Τέρτση, ιδιοκτήτρια του εστιατορίου «Μαϊάμι» αναφέρει πως τα καταστήματα του κλάδου και οι επαγγελματίες τηρούσαν ευλαβικά τα μέτρα καθώς οι έλεγχοι ήταν συνεχείς.
«Μιλώντας για την Καλαμαριά, όπου συνεργάζομαι και συναναστρέφομαι καθημερινά ήταν ρητή συμφωνία όλων μας να τηρήσουμε τα μέτρα, έτσι ώστε να παραμείνουμε ανοιχτά. Δυστυχώς, όμως, κάποιοι επιχειρηματίες του κέντρου δεν είχαν την αντίστοιχη αντίληψη, με αποτέλεσμα οι αποφάσεις να ζημιώσουν πρώτα την εστίαση. Αυτό δεν σημαίνει πως είμαστε όλοι το ίδιο. Δεν είναι τα bar ίδια με τα εστιατόρια. Παρ’ όλα αυτά μας έχουν στον ίδιο κουβά και δυστυχώς δεν μπορούμε να αποδείξουμε πως δεν είμαστε ελέφαντες».
«Οι εργαζόμενοι βρίσκονται στο πλάι μου πολλά χρόνια. Οι πρώτες συζητήσεις κινήθηκαν στο τι θα κάνουμε ομαδικά, σαν επιχείρηση. Πλέον δεν υπάρχει πανικός γιατί υπάρχει σοβαρή αντιμετώπιση από την ηγεσία της επιχείρησης. Φυσικά θα κάνουμε ότι είναι δυνατόν για τους προστατέψουμε από όποιο μέτρο επιβληθεί» δηλώνει ενώ συμπληρώνει:
«Δεδομένου των συνθηκών, το καλοκαίρι ήμασταν σε πολύ καλή κατάσταση. Τηρούσαμε τα μέτρα, ο κόσμος ένιωθε ασφαλής, απευθυνόμασταν στο πελατολόγιο, που μας γνωρίζει χρόνια. Δεν έχουμε περαστικούς πελάτες. Στο μαγαζί υπήρχαν αποστάσεις μεταξύ των τραπεζιών, χωρίς συνωστισμό και έτσι δεν υπήρχε φόβος.
Δεν είχαμε 50-60% απώλεια κερδών, όμως, σίγουρα περιμέναμε έναν πιο δύσκολο χειμώνα διότι θα έπρεπε να έχουμε πολύ λιγότερα τραπεζοκαθίσματα στον εσωτερικό χώρο. Θεωρώ πιο σοφή την απόφαση να κλείσουμε εντελώς από το να λειτουργούμε έως τις εννιά. Έτσι θα χρειαζόταν να επιλέξουμε πιο προσωπικό θα εργάζεται και πιο όχι γιατί θα δούλευε μόνο μία βάρδια.
Όλες οι επιχειρήσεις έχουν συμβληθεί σε εταιρίες delivery. Όμως, τα χρήματα από εκεί δεν μπορούν να συγκριθούν σε καμία περίπτωση με τα έσοδα υπό φυσιολογικές συνθήκες λειτουργίας της επιχείρησης. Επίσης ο κόσμος είναι ήδη επιβαρυμένος οικονομικά, οπότε αν παραγγείλει, θα επιλέξει είτε κάποιο sandwich είτε street food και όχι ένα εστιατορικό μενού.
Έχουμε ήδη απώλειες από το 1ο lockdown, οι οποίες δεν αποζημιώθηκαν από κανέναν. Στο 2ο lockdown κλείσαμε αυθημερόν. Τα ψυγεία μας ήταν γεμάτα, όσα και να μοιράσεις, πάλι υπάρχουν απώλειες. Δεν μπορούμε να βάλουμε το προσωπικό να μαγειρέψει, να γεμίσει ψυγεία και σε 15 μέρες να μας πουν πως κλείνουμε πάλι. Μ’ αυτόν τον τρόπο κινδυνεύεις να δώσεις λάθος προϊόν στον πελάτη. Οπότε αν συζητάμε για σοβαρή επιχειρηματικότητα, πιστεύω πως θα είναι πολλοί αυτοί που δεν θα ανοίξουν στα εναλλασσόμενα lockdown, επειδή σέβονται τον εαυτό τους και την δουλειά τους.
Γενικότερα το κομμάτι εστίασης- τουρισμού έχει πληγεί πολύ στην Ελλάδα και θα κάνει πολύ καιρό να ανακάμψει. Νομίζω, όμως, πρέπει να διατηρήσουμε τη ψυχραιμία μας, να στηρίξουμε σοβαρά τις επιχειρήσεις και πιστεύω θα πάμε καλά» καταλήγει, δίνοντας ένα μήνυμα αισιοδοξίας.
Ο κ. Γιώργος Κώστογλου, ιδιοκτήτης εστιατορίου «Brizola» αναφέρει πως οι ίδιοι τηρούσαν όλα τα μέτρα και θεωρεί – αν και δεν είναι επιδημιολόγοι – πως τα εστιατόρια έπρεπε να μείνουν ανοιχτά.
«Εκεί που μεταδόθηκε ο ιός είναι τα cafe bar, στα οποία οι νέοι στριμώχνονταν, οι αποστάσεις ήταν ελάχιστες και δεν υπήρχε πραγματική ασφάλεια και αυτό το βλέπουμε γενικότερα στη συμπεριφορά των νέων. Νομίζω πως μας πήρε η μπάλα. Πλέον ο ιός είναι τόσο επιθετικός και το lockdown είναι η μόνη λύση. Φυσικά με την στήριξη της κυβέρνησης ή της Ευρώπης».
Αναφερόμενος στο πως κινήθηκαν τα πράγματα το καλοκαίρι ο ίδιος τονίζει:
«Δειλά δειλά ο κόσμος επανήλθε. Εμείς είμαστε χειμερινό μαγαζί, έχουμε μία καλοκαιρινή ταράτσα, στην οποία δεν έχουμε παράπονο υπήρχε μία αξιοπρεπή δουλειά, αλλά σε καμία περίπτωση όπως πέρυσι. Εμείς δεν κάνουμε delivery/ take away, είμαστε πλήρως σε αναστολή διότι το είδος μας είναι πολύ δύσκολο και ευαίσθητο για μεταφορά.
Η Ευρώπη και η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να σταθεί στις επιχειρήσεις αλλιώς δεν θα καταφέρουν να επιβιώσουν, οπότε θα βρεθεί μία λύση. Πάντως θα βγούμε πολύ αδύναμοι απ’ όλο αυτό. Αν τα σενάρια για το εμβόλιο είναι αληθινά μετά την άνοιξη σιγά σιγά θα μπορέσει να έρθει μία κανονικότητα».
Εικόνα Αρχείου Αναμενόμενη χαρακτήρισε την απόφαση να οδηγηθούμε σε καθολικό lockdown η κ. Νίκη Τσερέπη, ιδιοκτήτρια του εστιατορίου «Μανιτάρι».
«Θα έπρεπε να γίνει πιο σωστός προγραμματισμός σε θέματα υγείας, τήρησης των μέτρων ασφαλείας, έτσι ώστε να μην χρειαστεί να φτάσουμε στον αριθμό κρουσμάτων που μας παρουσιάζονται σήμερα. Δεν θεωρώ ότι υπάρχει μένος με την εστίαση. Πιστεύω, όμως, ότι είναι η εύκολη λύση για να κρατήσεις τον κόσμο μέσα.
Εικόνα Αρχείου
Οι χώροι εστίασης είναι ελεγχόμενοι, υπάρχουν προ-κρατήσεις και αν όχι θα μπορούσαν να τις επιβάλλουν, ώστε να μην υπάρχει συγχρωτισμός. Οι απαραίτητες αποστάσεις τηρούνται και οι περισσότεροι επαγγελματίες έχουμε μεριμνήσει για την απόλυτη ασφάλεια των πελατών μας. Θα έπρεπε να υπάρχει διαχωρισμός όσον αφορά την εστίαση. Φαγητό υπάρχει και στα bar, οι αποφάσεις, όμως, θα έπρεπε να είναι ανάλογες της επικινδυνότητας του κάθε χώρου. Είναι πολύ γενικό και άδικο αυτό που έγινε».
Αναφερόμενη στο πως αντιμετώπισαν οι εργαζόμενοι το 2ο lockdown, η ίδια σημείωσε πως οι εργαζόμενοι είναι σε απόγνωση, ειδικά εκείνοι που έχουν οικογένειες να συντηρήσουν. Φοβούνται για την επόμενη μέρα και τα επόμενα lockdown. Δεν θα ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους, διότι κανείς δεν τους εξασφαλίζει πως θα συνεχίσουν να έχουν δουλειά.
Η κ. Τσερέπη κάνοντας ένα γενικό απολογισμό για το διάστημα λειτουργίας μεταξύ της πρώτης και δεύτερης καραντίνας τονίζει:
«Έγιναν σοβαρές προσπάθειες, με μεγάλο οικονομικό κόστος. Τα καταφέραμε, προσφέροντας την ασφάλεια που επιθυμούσε ο πελάτης ώστε να τον φέρουμε πίσω. Δουλέψαμε καλά, όσοι δουλέψαμε σωστά και ο κόσμος μας εμπιστεύθηκε.
Τα έσοδα απ’ το delivery ή το take away, με τα οποία μπορούμε να λειτουργούμε, είναι μηδαμινά. Τουλάχιστον 80% κάτω. Υπάρχουν απλώς για να μπορεί να μένει το μαγαζί ανοιχτό. Είναι θέμα ψυχολογίας να παραμένεις ενεργός! Όμως, δεν μπορεί να καλύψει τις υποχρεώσεις μας.
ΤΟ ΘΕΜΑ ΕΙΝΑΙ ΠΌΣΟΙ ΘΑ ΜΠΟΡΕΣΟΥΝ ΝΑ ΑΝΟΙΞΟΥΝ ΜΕΤΑ ΤΟ LOCKDOWN, ΕΤΣΙ ΩΣΤΕ ΝΑ ΧΡΕΙΑΣΤΕΙ ΝΑ ΞΑΝΑΚΛΕΊΣΟΥΝ. ΠΙΣΤΕΥΩ, ΟΜΩΣ, ΠΩΣ ΕΤΣΙ ΘΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΣΟΥΝ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ, ΜΕ ΜΙΚΡΕΣ ΔΟΣΕΙΣ ΟΞΥΓΟΝΟΥ, ΑΥΞΗΣΗ ΚΡΟΥΣΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ.
Έχουν γίνει πολλά λάθη και παραλείψεις. Οι ελεύθεροι επαγγελματίες δεν προστατεύθηκαν καθόλου. Οι ζημιές είναι μεγάλες και όλοι μπήκαν σε ένα τσουβάλι, χωρίς εκτιμήσεις. Δυστυχώς οι λύσεις που πάρθηκαν, δεν μπορούν να βοηθήσουν μία από τις πιο μεγάλες πηγές εσόδων της οικονομίας, όπως η εστίαση. Παρ’ όλα αυτά θέλουμε να είμαστε αισιόδοξοι και θα το παλέψουμε».
ΠΗΓΗ: parallaximag.gr