Μαρτυρίες από την “μαύρη” μέρα.
Άλλο ένα καλοκαίρι που οι οθόνες μας έχουν γεμίσει με καμένη γη, ανθρώπους να πολεμούν ξάγρυπνοι μπροστά στον πύρινο εφιάλτη, σπίτια να φλέγονται. Nα ανοίγεις τις ειδήσεις και να βλέπεις πως το ένα μέτωπο είναι σε ύφεση και το άλλο καίει τα πάντα στο πέρασμα του. Η πραγματικότητα του Ιουλίου.
Η Πεντέλη κάηκε. Ας αφήσουμε όμως τους ανθρώπους που βρέθηκαν εκεί να μιλήσουν.
“Εκκενώστε” τι να εκκενώσουμε την ζωή μας;
Τυχαίνει να μένω στην Ανθούσα, που ήταν στο επίκεντρο της πυρκαγιάς δεν έχει νόημα να πω πως ήταν καταστροφική η πυρκαγιά, οι εικόνες είναι γνωστές. Αυτό που έζησα εγώ εχθές με έφερε αντιμέτωπο με την έλλειψη του ουσιαστικού σχεδίου αντιμετώπισης και πρόληψης γι αυτές τις καταστάσεις. Ο Γέρακας, η Παλλήνη, η Ανθούσα και η Πεντέλη είναι δίπλα στο κέντρο δεν είναι σε κάποιο απομονωμένο βουνό. Η φωτιά ξεκίνησε νωρίς το απόγευμα το γεγονός του ότι μέχρι να σκοτεινιάσει δεν υπήρξε καμία δυνατότητα πρόληψης, αντιμετώπισης και ουσιαστικής άμυνας από φορείς του κρατικού μηχανισμού δείχνουν πως το κρατικό σύστημα, όχι μόνο της πυρόσβεσης αλλά και της πολιτικής προστασίας είναι σμπαραλιασμένο και ανύπαρκτο. Δεν λειτούργησε τίποτε απολύτως.
Η δικαιολογία που λέει πως οι άνεμοι ήταν καταστροφικοί, είναι πρόκληση για εμένα γιατί όταν στηρίζεις ένα μέτρο πολιτικής προστασίας το σχεδιάζεις ακριβώς με βάσει το χειρότερο σενάριο. Η μόνη εντολή που είχαμε από την πολιτεία ήταν εκείνη της εκκένωσης με τα sms, αν η μοναδική στρατηγική είναι η εκκένωση σημαίνει πως δεν υπάρχει καμία στρατηγική. Όμως έστω κι αυτή η τελείως ανάπυρη στρατηγική της εκκένωσης δεν γίνεται με sms και διατάγματα, υπάρχουν άνθρωποι ηλικιωμένοι, που δεν οδηγούν, δεν διαβάζουν μηνύματα πώς θα φύγουν αυτοί; Οπότε η εκκένωση έγγυται στην ατομική του ευθύνη;
Είχαμε την αγωνία να μην καεί στο σπίτι μας και από την αντίπερα όχθη γνωρίζαμε πως στο επόμενο στενό ζούσαν δύο γέροντες που ξέραμε πως δεν θα μπορέσουν να φύγουν, έπρεπε εμείς να φροντίσουμε για εκείνους. Δεν υπήρχε κανένας μηχανισμός που να προέβλεπε πως η πολιτεία θα συνδράμει στην εκκένωση με κάποιον τρόπο, σε τέτοιες καταστάσεις χρειάζεται μία συλλογική -κοινωνική ενεργοποίηση για την αντιμετώπιση των πραγμάτων. Λυπάμαι που το λέω αλλά τίποτα από όλα αυτά δεν είδαμε.
Ήρθαν δύο sms που ήταν σαν διαταγή τρόπων τινά. Όταν άρχισε να πλησιάζει η φωτιά, η Ανθούσα γέμισε με περιπολικά, τα οποία έτρεχαν δαιμονισμένα με τις σειρήνες και προκαλούσαν πανικό, ο οποίος προυπήρχε και τον έκαναν ακόμη πιο έντονο. Υποτίθεται πως οι κρατικοί μηχανισμοί ενθαρύνουν και καθησυχάζουν δεν πανικοβάλουν και εξοργίζουν. Tραγική κατάσταση το απόλυτο χάος.
Η φωτιά διέσχισε όλο τον οικισμό της Ανθούσας, κάηκαν αρκετά σπίτια, κάηκαν επιχειρήσεις, το γεγονός όμως του ότι δεν κάηκαν τα σπίτια μας είναι θέμα τύχης, αυτή η πολύ μεγάλη ταχύτητα του ανέμου είχε τα θετικά είχε και τα αρνητικά της. Κακό αναμφίβολα γιατί βοηθούσε στην εξάπλωση της φωτιάς με ραγδαία ταχύτητα από την άλλη πλευρά όμως η ταχύτητα αυτή δεν μπορούσε ουσιαστικά να κάψει τα πάντα, δημιουργούσε ένα κενό πίσω της αποτέλεσμα αυτού να μην δημιουργείται κατακόρυφη φλόγα. Η φωτιά περνούσε σε δευτερόλεπτα χωρίς να προλαβαίνουν να αρπάξουν τα σπίτια και τα δέντρα. Έβλεπες ότι πιάνει φωτιά η αυλή σου, αλλά ήταν για πέντε δευτερόλεπτα και πήγε παρακάτω.
Εκείνη την στιγμή έχεις ένα ανάμεικτο συναίσθημα. Είναι φόβος, οργή γιατί είσαι μόνος σου, είναι όμως και ένα αίσθημα γενικότερης αλληλεγγύης, γιατί εκείνη την στιγμή οι άνθρωποι καταλαβαίνουμε πως πρέπει να είμαστε μαζί ακόμη και για να μοιραστούμε την αγωνία μας. Κυριαρχεί η ένταση. Με έναν μαγικό τρόπο ξεχνάς την κούραση γιατί είσαι τεντωμένος, μετά σκέφτεσαι πως δεν έχεις φάει, δεν έχει κοιμηθεί. Όταν χαλαρώνεις λίγο κάνεις έναν απολογισμό, οργίζεσαι περισσότερο, θλίβεσαι ακόμη πιο πολύ, λες “είμαι τυχερός, δεν κάηκε το σπίτι μου”.
Αυτή η κατάσταση δεν επιτρέπεται. Να ακούμε έχει έρθει αρμαγεδώνας στην Αθήνα, είναι μία τραγική αποτυχία του συγκεκριμένου συστήματος κρατικής διοίκησης και οργάνωσης της Πολιτικής Προστασίας. Φαίνεται σαν η Πολιτεία να έχει μία μακάβρια στρατηγική, όπου οι κυβερνήσεις συγκρίνονται μεταξύ τους για το ποιος θα έχει λιγότερους νεκρούς. “Εκκενώστε” τι να εκκενώσουμε την ζωή μας; Kαι οι ζωντανοί θέλουμε μία ζωή συγκεκριμένη, δεν θέλουμε να κουβαλάμε μόνο το κουβάρι μας. Όταν σου καταστρέφεται η ομορφιά, ο κοινωνικός ιστός της περιοχής, το σπίτι σου, δεν είσαι ακριβώς ζωντανός. Είναι κατάντια αυτό το πράγμα. Δεν υπάρχουν δασοπυροσβέστες, μέσα κατάσβεσης, σχέδιο, δεν θα μας σώσουν τα F35, τα περιπολικά και οι φρεγάτες.
*Μαυροειδής Παναγιώτης
Έβλεπες το απόλυτο χάος
Eίχε τρομερό αέρα εχθές, κουνούσε ακόμη και τα αυτοκίνητα. Ο καπνός ήταν πολλής, η ατμόσφαιρα ήταν αποπνεικτική. Ο κόσμος δεν ήθελε να εγκαταλείψει τα σπίτια και την περιουσία του, η αστυνομία με την βία τον έβγαζε έξω. Πυροσβεστικές δυνάμεις υπήρχαν απλά δεν ξέρω αν ήταν αρκετές, βάσει της έντασης του ανέμου και την έκταση της φωτιάς. Από την ώρα που έπεσε το φως και δεν υπήρχαν τα ελικόπτερα και τα αεροπλάνα, οι πυροσβεστικές δυνάμεις δεν ήταν αρκετές γιατί δεν κατάφεραν να την περιορίσουν στο φως της ημέρας.
Υπήρχε αρκετός αέρας και την ημέρα, τα αεροπλάνα και τα ελικόπτερα δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν σωστά. Κάηκε μεγάλη έκταση, μπορεί να μην είχαμε θύματα αλλά η ζημιά είναι μεγάλη. Οι κάτοικοι φωνάζανε, οι πυροσβέστες ήταν λίγοι, όταν έπεσε το φως, ακούσαμε κάποιες εκρήξεις, μάλλον ήταν μετασχηματιστές γιατί μετά κόπηκε το ρεύμα, από εκείνη την στιγμή και μετά επικράτησε χάος. Το μόνο που μπορούσες να δεις ήταν οι φάροι των πυροσβεστικών και των περιπολικών και η φωτιά. Ανέβηκε η ένταση του ανέμου, δεν μπορούσε να μαζευτεί η φωτιά . Ξεκίνησε σαν ένας καπνός το μεσημέρι και επεκτάθηκε πολύ γρήγορα. Οι κάτοικοι δεν θέλανε να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους άλλοι κλαίγανε, άλλοι φωνάζανε. Εγώ δεν το βιώνω όπως εκείνοι, οπωσδήποτε ανησυχώ, να μην με κυκλώσει η φωτιά, να μην καεί το όχημα μου, αλλά δεν είναι το ίδιο για εμάς τους δημοσιογράφους, εμείς προσπαθούμε να μην παρεμποδίζουμε τους πυροσβέστες και ταυτόχρονα να καταγράφουμε.
Η χθεσινή ημέρα για μένα σηματοδοτεί την λέξη χάος, ειδικότερα την ώρα που έπεσε το φως δεν ήξερες τι συμβαίνει, έβλεπες μονάχα φλόγες, καπνούς, σκοτάδι και αισθανόσουν μία περίεργη ησυχία που ξεπρόβολαν οι σειρήνες.
*Γιάννης Κέμμος
Πηγή: parallaximag.gr