«Πρέπει να ξεκινήσουμε με τους ανοσοκατεσταλμένους, που αφενός είναι πιο ευάλωτοι αφετέρου έχουν μικρότερη ανοσολογική απάντηση με τις δύο δόσεις του εμβολίου. Φαίνεται ότι η τρίτη δόση αποτελεί πρακτικά τον πλήρη εμβολιασμό για αυτές τις ομάδες», ανέφερε σχετικά με την αναγκαιότητα της τρίτης εμβολιαστικής δόσης, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8 και την εκπομπή «Στο Πρώτο Αλλιώς» με την Μαρία Γεωργίου και τον Γιώργο Πίκουλα, ο Καθηγητής Παθολογίας-Λοιμωξιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών και μέλος της Επιτροπής Επιστημόνων του Υπουργείου Υγείας για τον κορονοϊό, Χαράλαμπος Γώγος.
Μέχρι νεωτέρας η τρίτη δόση σε ευάλωτους
Με τα δεδομένα που αθροίζονται από την διεθνή βιβλιογραφία και την εμπειρία, φαίνεται ότι όσο περνά ο καιρός από τον αρχικό εμβολιασμό με τις δύο δόσεις, θα χρειαστεί η τρίτη δόση και για αυτόν τον λόγο θα ξεκινήσουμε από τους υγειονομικούς και από τους ηλικιωμένους που και εκείνοι είχαν εμβολιαστεί νωρίς και σταδιακά θα πάμε και στον υπόλοιπο πληθυσμό. «Δεν είμαστε σίγουροι ακόμα αν θα πάμε σε όλο τον πληθυσμό, ωστόσο σε περίπου 2 μήνες θα έχουμε πλήρη εικόνα. Πάντως η λογική είναι αυτή», σημείωσε ο κ. Γώγος.
Η ανοσολογική απάντηση ελέγχεται ακόμα και οδηγίες για την μέτρηση αντισωμάτων αυτή την στιγμή δεν υπάρχουν, είπε ο κ. Γώγος «παρότι η μισή Ελλάδα έχει μετρήσει αντισώματα. Δεν συνιστάται η μέτρησή τους πάντως, γιατί υπάρχει ακόμα κενό στο θέμα των αντισωμάτων».
Σημείωσε πως είναι σημαντικά ψηλά η πιθανότητα κάθε χρόνο να γίνεται νέο εμβόλιο, όπως συμβαίνει με την γρίπη, το οποίο θα είναι επικαιροποιημένο με το νέο στέλεχος που μπορεί να υπάρχει, αλλά και αυτό πάλι δεν είναι σίγουρο.
Μπαίνοντας στο φθινόπωρο και σε σχέση με την εποχική γρίπη, ο εμβολιασμός και για αυτήν είναι απαραίτητος υπογράμμισε ο κ. Γώγος, οπότε μετά τα μέσα Οκτωβρίου θα πρέπει να μπούμε και στην διαδικασία εμβολιασμού για την γρίπη, με την ιεράρχηση που υπάρχει πάντα.
«Πέρσι δεν είχαμε καθόλου γρίπη και λόγω της πολύ αυξημένης εμβολιαστικής κάλυψης κατά της γρίπης και των μέτρων προστασίας που είχαμε πάρει».
Ερωτηθείς ο καθηγητής, πού οδηγείται η πανδημία, απάντησε πως παρά την μεγάλη διασπορά το καλοκαίρι και τα χαλαρότητα απέναντι στα μέτρα τότε, αυτή την ώρα υπάρχει σταθεροποίηση. Αυτό οφείλεται στον εμβολιασμό πάνω από 60% στους άνω των 40. Αυξάνοντας και άλλο την εμβολιαστική κάλυψη θα αραιώσει ο ιός και θα περάσει στην ενδημική φάση.
«Με μια σχεδόν κανονικότητα στην καθημερινότητά μας πηγαίναμε καλά, πριν αρχίσουν τα σχολεία. Υπάρχει λοιπόν τώρα το στοίχημα με το άνοιγμα των σχολείων που είναι αναγκαίο αλλά έχει ένα ρίσκο, γιατί τα παιδιά είναι ανεμβολίαστα. Τώρα όμως είναι εμβολιασμένοι οι ενήλικες, οπότε την μεταφορά της νόσου στο οικογενειακό περιβάλλον, που ήταν το βασικό πρόβλημα που είχαμε πέρσι, θα μπορέσουμε να το αποφύγουμε.
Ποια τα σενάρια για τη μετέπειτα πορεία της πανδημίας
«Οπότε σιγά σιγά πρέπει να προχωράμε σε μεγαλύτερα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης και στα παιδιά. Ήδη πάμε καλά, έχουμε ένα 10%-20% ποσοστό εμβολιασμού στα παιδιά, περισσότερο στις μεγαλύτερες ηλικίες και στους φοιτητές που φτάνει πάνω και από το 70% η κάλυψη», ανέφερε ο κ. Γώγος. Θα ήταν χρήσιμο πάντως πρόσθεσε, αν οι τάξεις αραιώνονταν, κάτι που θα έπρεπε να ήταν στους στόχους της σχολικής κοινότητας. Τα άλλα εργαλεία, είναι η μάσκα, πλύσιμο χεριών, αποστάσεις και το συχνό testing.
Οι εκτιμήσεις του καθηγητή για την εξέλιξη της πανδημίας σε τοπικό και διεθνές επίπεδο, συνοψίζονται στο συμπέρασμα πως αν δεν υπάρξει κάποιο δύσκολο στέλεχος, μέσα σε 2-3 χρόνια η πανδημία θα μετατραπεί σε μια ενδημική κατάσταση. Τα στελέχη, μην ξεχνάμε, αναπτύσσονται λόγω της κυκλοφορίας του ιού εξαιτίας της μικρής εμβολιαστικής κάλυψης. «Η δυσκολία στις πανδημίες είναι οι παγκοσμιοποίηση. Γι’ αυτό ο στόχος πρέπει να είναι οι εταιρείες να παράγουν μεγάλα ποσά εμβολίων, ούτως ώστε να μην έχουμε το 25% παγκοσμίως και το 2%-3% στην Αφρική, γιατί ο κόσμος ταξιδεύει και αυτό είναι μια δυσκολία για τις πανδημίες. Αλλά σε κάθε χώρα ξεχωριστά αν έχει μεγάλη εμβολιαστική κάλυψη, όχι σε παγκόσμιο επίπεδο, μπορεί να μετατραπεί σε έναν ενδημικό ιό».