Τα άτομα που έχουν εμβολιαστεί σίγουρα θα έχουν μεγαλύτερη ελευθερία από εκείνα που δεν έχουν εμβολιαστεί», δήλωσε ο προσωπάρχης της Καγκελαρίας Χέλγκε Μπράουν και απέκλεισε το ενδεχόμενο νέου lockdown. Προειδοποίησε ωστόσο για τον κίνδυνο το φθινόπωρο τα κρούσματα να φθάσουν και τις 100.000 την ημέρα.
«Εφόσον τα εμβόλια βοηθούν τόσο πολύ κατά της παραλλαγής Δέλτα, δεν απαιτείται πλέον κλασικό lockdown», δήλωσε ο κ. Μπράουν σε συνέντευξή του στην Bild am Sonntag. Παραδεχόμενος ταυτόχρονα ότι ένα ισχυρό τέταρτο κύμα της πανδημίας «δεν θα αφήσει τη Γερμανία ανεπηρέαστη».
Αναφερόμενος μάλιστα στον δείκτη κρουσμάτων ανά 100.000 κατοίκους σε επτά ημέρες, ο στενός συνεργάτης της Καγκελαρίου και γιατρός προέβλεψε ότι, αν συνεχιστεί η σημερινή εξέλιξη, με αύξηση κατά 60% ανά εβδομάδα, χωρίς αντιστάθμιση με τον εμβολιασμό, ο δείκτης θα φθάσει στο 850 σε εννέα εβδομάδες από τώρα. Αυτό, εξήγησε, αντιστοιχεί σε 100.000 νέα κρούσματα ημερησίως. Θα σήμαινε ότι όλα τα άτομα που έρχονται σε επαφή με κρούσμα και δεν έχουν εμβολιαστεί, θα πρέπει να μπαίνουν σε καραντίνα.
«Οι επιπτώσεις στην εργασία θα ήταν τεράστιες», τόνισε ο κ. Μπράουν και παρέπεμψε στο παράδειγμα της Μεγάλης Βρετανίας. Επιπλέον, τόνισε, ορισμένες δραστηριότητες, όπως η επίσκεψη σε ένα εστιατόριο, έναν κινηματογράφο ή ένα στάδιο, δεν θα είναι πλέον εφικτές για όσους δεν έχουν εμβολιαστεί. Ο κίνδυνος θα είναι πλέον πολύ μεγάλος.
Ερωτώμενος αν αυτός ο διαχωρισμός είναι νομικά αποδεκτός, ο Χέλγκε Μπράουν ήταν απόλυτος: «Ναι. Το κράτος έχει καθήκον να προστατεύει την υγεία των πολιτών του». Πρόσθεσε ότι αυτό περιλαμβάνει και ένα σύστημα υγείας το οποίο δεν αναβάλλει τις θεραπείες για τον καρκίνο και τις επεμβάσεις ρουτίνας εξαιτίας της νοσηλείας των ασθενών με κορωνοϊό.
«Περιλαμβάνει επίσης την προστασία και όσων δεν έχουν εμβολιαστεί», επισήμανε. Αναφερόμενος στη λειτουργία των σχολείων, προέβλεψε ότι, αν οι αριθμοί των κρουσμάτων αυξηθούν πολύ, «θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο να κρατήσουμε τον κορωνοϊό μακριά από τους μαθητές». Για αυτό και, όπως τόνισε, «πρέπει να εμβολιαστούν οι γονείς, οι δάσκαλοι, οι επιστάτες και οι οδηγοί σχολικών λεωφορείων».
Εάν όλες αυτές οι ομάδες εμβολιαστούν, ο κίνδυνος για τα παιδιά θα είναι χαμηλότερος, συμπλήρωσε ο κ. Μπράουν. Η χρήση της μάσκας, σύμφωνα με τον ίδιο, θα πρέπει να παραμείνει υποχρεωτική στα μαζικά μέσα μεταφοράς, αλλά και στις σχολικές αίθουσες, όταν δεν υπάρχει ανεπαρκής εξαερισμός και χώρος.
Αντίθετος στο σχέδιο που περιέγραψε ο Χέλγκε Μπράουν εμφανίστηκε ήδη ο υποψήφιος Καγκελάριος της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU) ‘Αρμιν Λάσετ, ο οποίος απέρριψε τον υποχρεωτικό εμβολιασμό αλλά και την έμμεση πίεση προς τους μη εμβολιασμένους. Μιλώντας στο δεύτερο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ZDF, ο κ. Λάσετ τάχθηκε υπέρ του ισχύοντα κανόνα που δίνει την ίδια πρόσβαση σε εμβολιασμένους και μη. «Αυτή η αρχή είναι καλή», σημείωσε.
Κριτική στην κυβέρνηση άσκησε και το Κόμμα των Φιλελευθέρων (FDP). Η εκπρόσωπος για θέματα Υγείας, Κριστίνε Ασενμπεργκ-Ντουγκνούς, δηλώνει στην Tagesspiegel ότι «δεν πρέπει να υπάρξει υποχρεωτικός εμβολιασμός από την πίσω πόρτα». Όποιος δεν θέλει ή δεν μπορεί να εμβολιαστεί, πρέπει να μπορεί να υποβληθεί σε τεστ. Ζήτησε πάντως από την κυβέρνηση να αυξήσει τις προσπάθειές της για όσο το δυνατόν περισσότερους εμβολιασμούς. Εφαρμόζοντας δηλαδή πολιτική θετικών κινήτρων και χρησιμοποιώντας ακόμη και κινητές μονάδες εμβολιασμού.
Σε επίπεδο κρατιδίων, ο Πρωθυπουργός του Ζάαρλαντ Τομπίας Χανς (CDU) δήλωσε ότι «στους αρνητές εμβολιασμού δεν πρέπει να δοθούν πίσω οι ίδιες ελευθερίες με τους εμβολιασμένους». Πρόσθεσε ότι θα πρέπει να πληρώνουν οι ίδιοι για τα γρήγορα τεστ ή να μην τους επιτρέπεται να παρακολουθήσουν μία εκδήλωση.
«Δε γίνεται να μην αλλάζει τίποτα για όσους έχουν εμβολιαστεί. Μόνο και μόνο επειδή η κοινωνία πρέπει μονίμως να φροντίζει όσους το αρνούνται», τόνισε. Ο Πρωθυπουργός της Βαυαρίας Μάρκους Ζέντερ επισήμανε ότι «όποιος έχει τη δυνατότητα εμβολιασμού και αρνείται σκοπίμως, δεν θα μπορεί στο μέλλον να υποβάλλεται σε δωρεάν τεστ».
Ο «Πράσινος» Πρωθυπουργός της Βάδης – Βυρτεμβέργης Βίνφριντ Κρέτσμαν, εκτός από περιορισμούς για τους ανεμβολίαστους, εξετάζει ακόμη και το ενδεχόμενο υποχρεωτικού εμβολιασμού, καθώς, όπως είπε, μπορεί να υπάρξουν παραλλαγές που να καθιστούν κάτι τέτοιο απαραίτητο.
Χαρακτήρισε μάλιστα τον εμβολιασμό ως «καθήκον του πολίτη». Οι δήμοι και οι κοινότητες από την πλευρά τους κάλεσαν την ομοσπονδιακή και τις κρατιδιακές κυβερνήσεις να αποτρέψουν το ενδεχόμενο νέου lockdown. Θα ήταν καταστροφικό τόσο για τους ανθρώπους όσο και για την οικονομία.
«Πολλοί πολίτες δύσκολα θα δέχονταν ένα τέτοιο μέτρο. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει άμεσα να συμφωνήσουν στα κριτήρια που θα ισχύουν για ενδεχόμενους νέους περιορισμούς το φθινόπωρο. Οι αριθμοί είναι προβλέψιμο ότι θα συνεχίσουν να αυξάνονται», δήλωσε ο Γκερντ Λάνσμπεργκ, Διευθύνων Σύμβουλος του Συλλόγου Δήμων και Κοινοτήτων της Γερμανίας και ζήτησε στο εξής να λαμβάνεται υπ’ όψιν όχι μόνο ο αριθμός των κρουσμάτων, αλλά και η επιβάρυνση του συστήματος υγείας.
Πηγή: newsbeast.gr