Τι σκέφτεσαι όταν η ζωή σου αλλάζει μέσα σε λίγα λεπτά; Πώς αισθάνεσαι όταν η ιστορία γράφεται μπροστά στα μάτια σου; Ποιες σκέψεις περνούν απ’ το μυαλό σου όταν αντικρίζεις το φρικιαστικό και παράλογο πρόσωπο του πολέμου;
Ο Κώστας Ονισένκο είναι δημοσιογράφος και κατοικεί μόνιμα στην Ουκρανία. Είναι ο άνθρωπος που το τελευταίο διάστημα έχει ξεχωρίσει με τις καθημερινές ανταποκρίσεις του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αλλά και στην εφημερίδα «Τα Νέα», προσφέροντας έγκυρη και αξιόπιστη ενημέρωση κάτω από δύσκολες, πολεμικές συνθήκες.
Οι σφοδρές επιθέσεις συνεχίζονταν, οι σειρήνες ηχούσαν, ο ρωσικός στρατός έθετε υπό τον έλεγχό του διάφορες περιοχές, ενώ εγώ προσπαθούσα να τον συναντήσω διαδικτυακά. Τελικά, τα καταφέραμε κατά τη διάρκεια ενός μικρού διαλείμματος και με τον φόβο να κοπεί η σύνδεση μας ανά πάσα στιγμή.
Είναι μεσημέρι, αλλά ο χρόνος γι’ αυτόν δεν έχει πλέον καμία σημασία. Μέσω του Skype τον βλέπω να κάθεται σ’ ένα μικρό δωμάτιο, το οποίο έχει μετατρέψει σε γραφείο. Είναι η στιγμή που μόλις είχε καταφέρει να επιστρέψει από το γειτονικό σούπερ-μάρκετ, όπου είχε πάει για να εφοδιαστεί με τις απαραίτητες προμήθειες.
Αναρωτιόμουν: “Να ξυπνήσω την οικογένειά μου και να φύγουμε; Αλλά και πού να πάμε;”. Ο ουρανός είχε γίνει κόκκινος. Ύστερα από λίγα λεπτά ακούστηκε μια τεράστια έκρηξη. Οι συναγερμοί χτυπούσαν ακατάπαυστα και τα σκυλιά δεν σταματούσαν να γαβγίζουν. Εκείνη την ώρα είπα στα παιδιά, προσπαθώντας να παραμείνω ψύχραιμος, ότι θα παίξουμε ένα διαφορετικό παιχνίδι που λέγεται “Ποιος θα φτάσει πρώτος στο υπόγειο”.
Κάθε μέρα είναι αβέβαιη για τον ίδιο, τη σύζυγό του και τα δυο κοριτσάκια τους, 5 ετών και 4 μηνών. Όλοι μαζί βρίσκονται σ’ ένα συγγενικό σπίτι λίγο έξω από το Κίεβο, με την ελπίδα ότι εκεί θα είναι πιο ασφαλείς.
Στις πρώτες μας κουβέντες περιγράφει το πώς έζησε τις πρώτες στιγμές της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, μετά την ομιλία του Πούτιν. «Αναμφίβολα είναι κάτι που δεν πρόκειται να σβήσει ποτέ από τη μνήμη μου. Νομίζω ότι ανήκει στις πιο τρομακτικές στιγμές της ζωής μου. Κοιμάμαι ελάχιστα, επειδή είμαι αναγκασμένος να παρακολουθώ διαρκώς τις εξελίξεις. Γι’ αυτό εκείνο το βράδυ ξύπνησα νωρίς και είδα την ομιλία του Ρώσου Προέδρου.
Κατάλαβα αμέσως ότι ο πόλεμος ξεκινά. Ήταν ξημερώματα. Για δευτερόλεπτα προσπαθούσα να συνειδητοποιήσω τι ακριβώς είχε συμβεί. Είχα παγώσει. Η γυναίκα και τα παιδιά μου κοιμόντουσαν και δεν ήξερα τι να κάνω. Ύστερα από λίγη ώρα έγινε βομβαρδισμός θέσεων έξω από το Κίεβο και σε άλλες μεγάλες πόλεις. Αναρωτιόμουν: “Να ξυπνήσω την οικογένειά μου και να φύγουμε; Αλλά και πού να πάμε;”. Ο ουρανός είχε γίνει κόκκινος.
Ύστερα από λίγα λεπτά ακούστηκε μια τεράστια έκρηξη. Οι συναγερμοί χτυπούσαν ακατάπαυστα και τα σκυλιά δεν σταματούσαν να γαβγίζουν. Εκείνη την ώρα είπα στα παιδιά, προσπαθώντας να παραμείνω ψύχραιμος, ότι θα παίξουμε ένα διαφορετικό παιχνίδι που λέγεται “Ποιος θα φτάσει πρώτος στο υπόγειο”. Έτσι, κατεβήκαμε στο υπόγειο της πολυκατοικίας. Μόνο νερό πήραμε μαζί μας. Αργότερα, κατάφερα να φέρω κάποια πράγματα των παιδιών.
Τις πρώτες πρωινές ώρες αρκετοί έπαιρναν τα αυτοκίνητα τους και έφευγαν. Οι περισσότεροι, όμως, παρέμειναν στα σπίτια τους ή κάθονταν μαζί με άλλους στα υπόγεια των πολυκατοικιών. Φυσικά, εκεί που ήμασταν εμείς δεν υπήρχαν οι κατάλληλες υποδομές για να μείνουμε και τις υπόλοιπες μέρες. Πήραμε την απόφαση να φύγουμε και να έρθουμε σ’ ένα συγγενικό σπίτι, το οποίο απέχει περίπου δεκαπέντε χιλιόμετρα από το Κίεβο», αφηγείται με δραματικό τόνο.
Άραγε, πώς μιλάς στα παιδιά για τον πόλεμο; «Είναι προφανώς δύσκολο να εξηγήσει κανείς στα παιδιά τι συμβαίνει. Αρχικά, τους λέμε ότι όλο αυτό είναι απλώς ένα παιχνίδι. Ευτυχώς, τα παιδιά μαζεύονται όλα μαζί και παίζουν. Άλλωστε, βρίσκονται σε μια ηλικία που δεν έχει σημασία αν παίζουν σε μια αλάνα ή σε ένα υπόγειο κατά τη διάρκεια ενός βομβαρδισμού.
Παράλληλα, είναι πολύ σημαντικό να μιλάς στα παιδιά και να τους εξηγείς όσο μπορείς καλύτερα τι συμβαίνει. Το πιο δύσκολο σ’ αυτή την ηλικία είναι να τα προσέχεις διαρκώς, επειδή μαζεύουν οτιδήποτε βλέπουν στον δρόμο, κι αυτό μπορεί να αποβεί μοιραίο, ιδίως σε καιρό πολέμου. Για παράδειγμα, το Ντονμπάς είναι μια περιοχή γεμάτη θανατηφόρους εκρηκτικούς μηχανισμούς. Μπορεί, λοιπόν, ένα παιδί να πιάσει ένα κινητό στα χέρια του και να το δεις να ανατινάζεται.
Ξέρετε, εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά κινδυνεύουν ανά πάσα στιγμή να πέσουν θύματα των ναρκών και άλλων εκρηκτικών μηχανισμών στην περιοχή της ανατολικής Ουκρανίας. Επομένως, πρέπει να προσέχεις ώστε να τα κάνεις να νιώσουν ασφαλή».
Αυτές τις μέρες στην περιοχή που μένει οι ώρες που μπορείς να ψωνίσεις είναι συγκεκριμένες, λέει ο γνωστός δημοσιογράφος και εξηγεί: «Στην αρχή τα μαγαζιά ήταν όλα κλειστά. Ωστόσο, κάποιες στιγμές της ημέρας ανοίγουν ορισμένα καταστήματα με σκοπό όχι μόνο να προμηθευτούν οι πολίτες τρόφιμα αλλά και να καταναλωθούν άμεσα τα αποθέματά τους για να μη γίνουν στόχος λεηλασιών από τους εισβολείς, όπως συνέβη σε άλλες πόλεις της Ουκρανίας.
Μόλις γίνεται γνωστό ότι ένα συνοικιακό μαγαζί είναι ανοιχτό, μέσα σε δύο τρεις ώρες τα είδη πρώτης ανάγκης έχουν εξαντληθεί», λέει προσπαθώντας να μένει συγκεντρωμένος στην κουβέντα μας, παρά τα εκατοντάδες μηνύματα, τα άπειρα τηλεγραφήματα και τις αμέτρητες ειδοποιήσεις που έχει στον υπολογιστή του.
Γεννήθηκε το 1982 ως Σοβιετικός πολίτης, μια ταυτότητα που απώλεσε όταν ο υπαρκτός σοσιαλισμός πέρασε στην Ιστορία. Η γενέτειρά του είναι το Τατζικιστάν, όπου οι γονείς του ‒η μητέρα του Ελληνίδα, ο πατέρας του Ουκρανός‒ βρέθηκαν εκεί τυχαία.
Επαναπατρίστηκε στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και από το 2002 ασκεί το επάγγελμα του δημοσιογράφου. Έμεινε για πολλά χρόνια στην Ελλάδα και εργάστηκε σε μεγάλα μέσα ενημέρωσης, καλύπτοντας θέματα ανθρώπινου ενδιαφέροντος, αστυνομικό και δικαστικό ρεπορτάζ, κάνοντας έρευνες και αποστολές στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Η ζωή του είναι συνυφασμένη με τη δημοσιογραφία και περιστρέφεται γύρω από ειδήσεις, άρθρα, ταξίδια σε όλο τον κόσμο, δύσκολες αποφάσεις, επικίνδυνες συναντήσεις και σκληρές ανθρώπινες ιστορίες.
Ο Πούτιν είναι ένας άνθρωπος που προέρχεται από τις μυστικές υπηρεσίες και εδώ και πολλά χρόνια είναι δικτυωμένος με τον κόσμο της μαφίας και του υποκόσμου. Δεν έχει καμία αναστολή, κανέναν ενδοιασμό και προφανώς γι’ αυτόν η ανθρώπινη ζωή δεν έχει καμία αξία. Είναι ένας σύγχρονος Ναπολέοντας που ασπάζεται μια καινούργια μορφή “νεοτσαρισμού”.
Ο Κώστας Ονισένκο έχει βρεθεί επανειλημμένως αντιμέτωπος με επικίνδυνες αποστολές. Πάντοτε θεωρούσε τον φόβο εχθρό της πράξης. Με τη δημοσιογραφική του ιδιότητα έχει βρεθεί κατά καιρούς στο επίκεντρο συγκρούσεων, ενώ ορισμένες φορές έχει γίνει και ο ίδιος στόχος επιθέσεων κατά τη διάρκεια κάλυψης ανάλογων θεμάτων.
Σε μια τέτοια περίπτωση, τον Μάρτιο του 2014, δέχτηκε επίθεση από ενόπλους στην Κριμαία. «Μαζί με άλλους συναδέλφους είχαμε πάει να καλύψουμε την έφοδο των Ρώσων παραστρατιωτικών σε ουκρανική βάση. Την ώρα που προσπαθούσαμε να διαφύγουμε με το αμάξι, ύστερα από τρία-τέσσερα χιλιόμετρα, ένα άλλο αμάξι μπήκε μπροστά μας και μας εγκλώβισε. Ήρθαν άλλα δύο αυτοκίνητα από πίσω. Βγήκαν ένοπλοι με μάσκες, μας έβγαλαν έξω και άρχισαν να μας δέρνουν, πήραν τα πράγματά μας, έσπασαν τις κάμερες, ενώ κάποια στιγμή εμένα και έναν ακόμη μας έβαλαν σε ένα πορτμπαγκάζ.
Δεν σκεφτόμουν τίποτε άλλο παρά μόνο τη μάνα μου. Εκείνη την ώρα η ζωή δεν περνούσε μπροστά από τα μάτια μου, μόνο έβλεπα το πρόσωπο της μάνας μου να κλαίει. Τις στιγμές εκείνες έλεγα μέσα μου ότι αυτή θα νοιαστεί, θα τρέξει, θα φοράει τα μαύρα μέχρι να πεθάνει. Τελικά, τα κατάφερα και δεν πέθανα. Αλλά, έκτοτε αναθεώρησα, ο κώδικας αξιών της ζωής μου άλλαξε εντελώς. Ήρθα τόσο κοντά στον θάνατο που είδα τα πράγματα αλλιώς», τονίζει με μελαγχολικό ύφος.
Κάπως έτσι, πριν από πέντε χρόνια έλαβε την απόφαση, μετά από μια επαγγελματική πρόταση που δέχτηκε, να μετακομίσει μόνιμα στην Ουκρανία. Εκεί γνώρισε τη γυναίκα του και δημιούργησαν οικογένεια, πιστεύοντας ότι θα ζούσαν ειρηνικά και θα είχαν μια ήσυχη και κανονική ζωή. Ωστόσο, λίγες μέρες πριν, η επίθεση της Ρωσίας τα ανέτρεψε όλα.
Τώρα είναι αντιμέτωπος με τον εφιάλτη του πολέμου. Όλο αυτό το διάστημα παρατηρεί, σημειώνει και καταγράφει τις δραματικές στιγμές των αποχωρισμών, τα κλάματα αγωνίας, τα αμέτρητα θύματα, τους συνεχείς βομβαρδισμούς και τα κενά βλέμματα των παιδιών που μεγάλωσαν απότομα. Κάθε μέρα είναι υποχρεωμένος να σκιαγραφεί το σκληρό πρόσωπο της εμπόλεμης ζώνης.
Περίμενε ποτέ ότι θα ζούσε και θα κάλυπτε έναν πόλεμο; «Όχι. Δεν υποπτευόμουν ότι κάποια μέρα θα έστελνα ανταποκρίσεις από το πολεμικό μέτωπο. Και για να είμαι ειλικρινής, το κάνω επειδή οφείλω να υπηρετήσω την αλήθεια, έναντι του καταιγισμό της παραπληροφόρησης και της προπαγάνδας. Κι ας δέχομαι πολυάριθμα απειλητικά μηνύματα. Αντέχω ακόμη. Βέβαια, δεν σας κρύβω ότι σκέφτομαι πολύ σοβαρά, αν όλα πάνε καλά και τελειώσει ο πόλεμος, να εγκαταλείψω τη δημοσιογραφία», λέει με συναισθηματική φόρτιση.
Στη συνέχεια, η συζήτηση οδηγείται στον Ρώσο Πρόεδρο. Η γνώμη του για τον Πούτιν είναι ξεκάθαρη: «Πρόκειται για έναν άνθρωπο που προέρχεται από τις μυστικές υπηρεσίες και εδώ και πολλά χρόνια είναι δικτυωμένος με τον κόσμο της μαφίας και του υποκόσμου. Δεν έχει καμία αναστολή, κανέναν ενδοιασμό και προφανώς γι’ αυτόν η ανθρώπινη ζωή δεν έχει καμία αξία. Είναι ένας σύγχρονος Ναπολέοντας που ασπάζεται μια καινούργια μορφή “νεοτσαρισμού”», υποστηρίζει.
«Το θέμα εν μέσω της στρατιωτικής εισβολής», όπως υποστηρίζει, «δεν είναι το αν η Μόσχα θα ελέγχει το Κίεβο αλλά το πόσο ακόμα αίμα θα χύσουν οι Ουκρανοί για την ανεξαρτησία τους».
Κλείνοντας, τον ρωτώ για τους γονείς του, οι οποίοι μένουν στην Ελλάδα και αγωνιούν καθημερινά για τις εξελίξεις. «Προσπαθώ, όσο μπορώ, να τους καθησυχάζω. Η μητέρα μου δεν μπορεί να κοιμηθεί τα βράδια και μου λέει να τις γράφω όποτε προλαβαίνω για να ξέρει ότι είμαι καλά».
Τι σημαίνει γι’ εκείνον η λέξη «πατρίδα»; Αφού σκέπτεται λίγα λεπτά, απαντά: «Πατρίδα δική μου θεωρώ την Ελλάδα και των παιδιών μου την Ουκρανία».
Ποιες σκέψεις κάνει για την επόμενη μέρα; «Αρχικά, ελπίζω να είμαι ζωντανός. Όμως πιστεύω ότι αν οι Ρώσοι καταλάβουν την Ουκρανία, μας περιμένει μια στρατιωτική κατοχή και μια μαζική εξόντωση. Προσευχηθείτε, λοιπόν, για εμάς», υποστηρίζει με την απόγνωση ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του.
Λίγο πριν τον αποχαιρετήσω και του ευχηθώ καλή δύναμη, τον ρωτώ τι θεωρεί σημαντικό στη ζωή. Κι εκείνος, με περίσσια ειλικρίνεια, μου απαντά: «Να μη φοβάσαι. Να μη δειλιάζεις. Να λες ελεύθερα την άποψή σου. Και, κυρίως, στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής σου, να έχεις δίπλα σου τους ανθρώπους που αγαπάς».
Πηγή: lifo.gr