«Δεν είμαστε αστυνομικοί, αλλά έχουμε να κάνουμε με εγκληματίες». Με αυτή την φράση θέλησε να σχολιάσει ο κ. Σάκης Αποστολάκης, διανομέας φαγητού και πρώην δημοσιογράφος στο ThessToday.gr, το πρωτοφανές περιστατικό που διαδραματίστηκε έξω από εστιατόριο της Θεσσαλονίκης, με έναν πελάτη να πυροβολεί… εκφράζοντας τα παράπονά του για έναν διανομέα, και μετά από μερικά λεπτά να εξαφανίζεται.
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΧΑΪΝΑ
Το επάγγελμα του διανομέα φαγητού, γίνεται όλο και πιο επικίνδυνο. Τους συναντάμε παντού, στον δρόμο ή στην πόρτα μας, «τους κοιτάμε, αλλά δεν τους βλέπουμε». Ο λόγος για τους χιλιάδες διανομείς, τους «ντελιβεράδες», που όλο τρέχουν χωρίς όμως να φτάνουν σε αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας. Το τραγικό συμβάν στην ανατολική Θεσσαλονίκη, έριξε λίγο φως σε έναν «γύρο κινδύνου» στους δρόμους της χώρας.
«Η δουλειά μας είναι να διανείμουμε φαγητό, και κοντεύουμε να σκοτωθούμε. Ο κόσμος από ότι φαίνεται, έχει τρελαθεί εντελώς. Βγαίνουμε από το σπίτι μας και δεν ξέρουμε εάν θα γυρίσουμε. Στο συγκεκριμένο περιστατικό, εάν κάποιος είχε λίγα παραπάνω νεύρα και αντιδρούσε στον πελάτη, ίσως μιλούσαμε για δολοφονία αυτή τη στιγμή» σχολιάζει ο κ. Αποστολάκης, ενώ στη συνέχεια προσθέτει πως αντίστοιχα άτομα όπως ο 41χρονος άνδρας, είναι γενικότερα τσιγκούνηδες σαν άνθρωποι, όχι μόνο στους ντελιβεράδες.
«Δεν μοιράζονται και κοιτάνε μόνο την πάρτη τους. Στην τελική εμείς φέρνουμε το φαγητό στο σπίτι, δεν αξίζουμε κάτι; Έστω ένα μικρό φιλοδώρημα. Ποιος άλλος το κάνει αυτό, σε οποιεσδήποτε συνθήκες; Κανένας».
«Παίζουμε το κεφάλι μας κορώνα-γράμματα για ένα πουρμπουάρ»
Οι περισσότεροι διανομείς εμφανίζονται να δουλεύουν για τέσσερις ώρες την ημέρα, παρότι στην πράξη δουλεύουν σίγουρα 8ωρο, 10ωρο ή και 12ωρο, όπως εξηγεί ο κ. Αποστολάκης. Κακοσυντηρημένα μηχανάκια, ανύπαρκτα μέσα ασφαλείας (συχνά οι διανομείς δεν φορούν ούτε κράνος), άγχος και ταχύτητα στον δρόμο, ατέλειωτες ώρες και μέρες εργασίας με ελάχιστα ρεπό, αποτελούν ορισμένες από τις συνθήκες που σε συνδυασμό με την κακή κατάσταση των ελληνικών δρόμων και την απαράδεκτη συμπεριφορά των πολιτών, εξηγούν το βαρύ φόρο αίματος που πληρώνουν οι διανομείς.
«Γενικότερα έξω στους δρόμους επικρατεί η απόλυτη τρέλα. Μας βρίζουν, μας χτυπάνε και μας απειλούν ενώ οι άλλοι είναι αυτοί που δεν είναι σωστοί. Δεν υπάρχει ασφάλεια στο επάγγελμά μας από καμία πλευρά. Για παράδειγμα, τον χειμώνα, έγινε ένα περιστατικό στην Λαμπράκη. Πέρασε ένα αυτοκίνητο με κόκκινο, χτύπησε τον ντελιβερά, και σαν να μην έφτανε αυτό, τον πλάκωσε στο ξύλο επειδή τον νευρίασε. Αυτά δεν είναι φυσιολογικά πράγματα, να κάνει ο καθένας οτιδήποτε θέλει. Παίζουμε το κεφάλι μας κορώνα-γράμματα για ένα πουρμπουάρ».
Το επάγγελμα εμφανίζει «άνθιση», καθώς η πολύ φτηνή εργασία και ο ισχυρός παράγων της «παραγγελίας» οδηγούν ακόμα και μικρά καφενεία να κάνουν διανομή. Όμως, όπως αναφέρει ο κ. Αποστολάκης, τα καταστήματα δεν δίνουν έναν αξιοπρεπή μισθό. «Με το φιλοδώρημα μπορούμε να ζήσουμε σαν άνθρωποι, είναι πολύ σημαντικό για εμάς. Ίσως πρέπει να γίνει και υποχρεωτικό. Τα έξοδα που έχουμε για τον εξοπλισμό μας, είναι δικά μας, όπως και αυτά της καθημερινότητάς μας. Ένας διανομέας μπορεί να στερηθεί κάτι άλλο για να αγοράζει παπούτσια στα παιδιά του. Αγοράζουμε μπουφάν και αδιάβροχα για τις ακραίες καιρικές συνθήκες. Όλα αυτά είναι δικά μας έξοδα, ενώ είμαστε πάνω στα μηχανάκια 10-15 ώρες, δεν κάνουμε βόλτες, αλλά δουλεύουμε.
Στις ώρες αιχμής υπάρχει αφόρητη πίεση. Ο κάθε ντελιβεράς που σε προσπερνάει πανικόβλητος, ανεβαίνει σε πεζοδρόμια και μπαίνει σε μονόδρομους, απλώς κυνηγάει να προλάβει τις παραγγελίες, οι οποίες μπορεί να είναι δεκάδες. Για να μην υπάρξουν παράπονα, εμείς δεν ξέρουμε αν θα γυρίσουμε σπίτια μας. Όλοι θέλουμε να βγάλουμε κάτι παραπάνω».
Οι «κώδικες επικοινωνίας» των διανομέων και η ελλιπής προστασία
Τους δικούς τους κώδικες επικοινωνίας έχουν οι διανομείς για τους πελάτες, που τους «σταμπάρουν» ανάλογα με την συμπεριφορά και το φιλοδώρημα που αφήνουν. Το γράμμα «Γ» που παραπέμπει στον χαρακτηρισμό του γύφτου, χρησιμοποιείται εδώ και πολλά χρόνια στην γλώσσα των διανομέων. Αντιθέτως, υπάρχει και το γράμματα «Σ» που σημαίνει πως ένας πελάτης είναι σωστός και δίνει πουρμπουάρ. «Όταν αναφερόμαστε σε «γύφτους» εννοούμε πελάτες που παραγγέλνουν πολύ συχνά μέσα στην εβδομάδα, έχουν το γνωστό ύφος που δεν λένε καν ευχαριστώ, και δεν αφήνουν ποτέ πουρμπουάρ. Παντού υπάρχουν αυτοί. Φυσικά πρώτη φορά συναντάμε ένα τέτοιο περιστατικό με πυροβολισμούς, και αποδεικνύεται πως ο κόσμος έχει λαλίσει».
Με το βλέμμα στραμμένο στην πολιτεία, οι διανομείς αναμένουν να υπάρξουν περισσότερα και ουσιώδη μέτρα προστασίας, πέρα από τις ακραίες καιρικές συνθήκες. «Πρέπει να ελέγχεται αν το κάθε μαγαζί, αρχικά δίνει τα νόμιμα χρήματα. Σχετικά με το φιλοδώρημα, μπορεί να γίνει υποχρεωτικό, όπως ισχύει σε κάποιες εταιρίες, κι όποιος θέλει να δίνει και κάτι παραπάνω. Μας δίνουν πέντε ευρώ και μας φαίνονται πολλά. Είναι το άλλο άκρο. Υπάρχουν και κάποιοι που δίνουν παραπάνω. Όλα εξαρτώνται όμως από την ψυχολογία των πολιτών.
Σας διαβεβαιώνω, πως δεν υπάρχει κανένας μας που να έλεγε μικρός, «θέλω να γίνω ντελιβεράς». Είναι ένα επάγγελμα που το κάνουμε από ανάγκη. Υπάρχουν διανομείς πτυχιούχοι που δεν μπορούνε να βρουν δουλειά σε αυτό που σπούδασαν. Πρώην άνεργοι που βρήκαν μία σανίδα σωτηρίας, στο δικό μας επάγγελμα. Το μόνο άγχος που δεν υπάρχει, είναι να μας φάνε την δουλειά. Βέβαια το περιστατικό στη Βούλα, που μαχαιρώνονταν μεταξύ τους για το ποιος θα πάει την καλή παραγγελία, ήταν άλλο ένα ακραίο συμβάν. Εκεί θα καταλήξουμε; Να βγάζουμε μαχαίρια και όπλα;».
Πηγή: thesstoday.gr