Αναγνώσεις και παράμετροι της ανάδειξης
Λέξεις: Νίκος Καλογήρου
Ο προβληματισμός για τον άξονα της Αριστοτέλους στη Θεσσαλονίκη παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και συγκεντρώνει για πολλαπλούς λόγους το προσωπικό μου ενδιαφέρον. Η πρόσφατη έκδοση με τίτλο το «Παλίμψηστο της Αριστοτέλους. Βυζαντινά οράματα και εκλεκτικός τοπικισμός» (Ν. Καλογήρου, σε συνεργασία με τους: Μ. Δούση, Δ. Κονταξάκη, Σ. Κωτσόπουλο) από το University Studio Press συνδυάστηκε με την ελληνική συμμετοχή στη 17η Biennale, Mostra Internazionale di Architettura 2021 της Βενετίας. Υλοποιήθηκαν δύο εκθέσεις, που παρουσιάστηκαν ταυτόχρονα, στο ελληνικό περίπτερο των κήπων της Βενετίας και επί του άξονα στο Μπέη Χαμάμ της Θεσσαλονίκης. Παράλληλα, κυκλοφόρησε και ο μεγάλος δίγλωσσος κατάλογος με τίτλο «Λεωφόρος της Κοινωνίας των Εθνών. Ο γνωστός Άξονας της Αριστοτέλους στη Θεσσαλονίκη / Boulevard de la Société des Nations, a.k.a. Aristotle Axis at Thessaloniki», με σχολιασμένη εμφάνιση των απεικονίσεων στις εκθέσεις, καθώς και απόψεων/προτάσεων από προσκεκλημένες προσωπικότητες και συμμετοχές.
Αυτές οι δράσεις ήταν συλλογικό έργο μιας ομάδας διδασκόντων στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ (Ν. Καλογήρου, Μ. Δούση, Δ. Θωμόπουλος, Δ. Κονταξάκης, Σ. Κωτσόπουλος, Θ. Χατζηγιαννόπουλος), που επιλέχθηκε μετά από διαγωνισμό του ΥΠΕΝ και χρηματοδοτήθηκε από το ΕΣΠΑ 2014-2020. Στο ειδικό εντατικό εργαστήριο που προηγήθηκε, στην υλοποίηση της έρευνας, καθώς και στις προσκεκλημένες συμμετοχές στην έκθεση συμμετείχαν πολλοί ερευνητές, διδάσκοντες και φοιτητές από τις περισσότερες αρχιτεκτονικές σχολές της χώρας. Το συνολικό έργο παρουσιάστηκε πρόσφατα (Μάιος 2022) στο Μουσείο Μπενάκη στην Αθήνα με τη μορφή μετα-έκθεσης, που αποτέλεσε ανασύνθεση και σχολιασμό των δράσεων που προηγήθηκαν.
Στο πλαίσιο αυτό, οι ιδιαίτερες απόψεις μου διαμορφώθηκαν από μια μακρόχρονη, βαθμιαία ανακάλυψη και εμβάθυνση σε θέματα έρευνας της αστικότητας και της σύνθεσης στην αρχιτεκτονική και την πολεοδομία. Η συστηματική ανάγνωση, μέσα από την έρευνα αρχείου και πεδίου, έδειξε ότι η ανασύνταξη του παλίμψηστου της Θεσσαλονίκης, εστιασμένη στην εμβληματική χειρονομία του άξονα της Αριστοτέλους, ενσωμάτωσε τολμηρά νεωτερικά στοιχεία, αναζητώντας παράλληλα το τοπικό στίγμα. Εντασσόταν σε μια σύνθετη προσπάθεια εκσυγχρονισμού και εξελληνισμού μιας πόλης, που γεωγραφικά αναπτύχθηκε στο μεταίχμιο μεταξύ ανατολής και δύσης. Η μεγάλη χειρονομία της ανοικοδόμησης, μετά την καταστροφική πυρκαγιά του 1917, στηρίχθηκε στην πολιτική βούληση του Ελευθέριου Βενιζέλου και του δυναμικού υπουργού Συγκοινωνίας, Αλέξανδρου Παπαναστασίου. Ιδιαίτερο ρόλο διαδραμάτισαν τα μέλη της ομάδας σχεδιασμού και ειδικότερα οι αρχιτέκτονες Κώστας Κιτσίκης και Αριστοτέλης Ζάχος, ο οποίος υλοποίησε τη μοναδική αρχαιολογική ουτοπία της ανοικοδόμησης του Αγίου Δημητρίου. Αναμφίβολα όμως, η συνολική εικόνα διαμορφώθηκε με την αποφασιστική συμβολή του αρχιτέκτονα-πολεοδόμου Ernest Hébrard, ενταγμένη σε μια ανθρωποκεντρική ευρωπαϊκή παιδεία, στην γαλλική της εκδοχή.
Ο προβληματισμός για το μέλλον της Αριστοτέλους εντοπίζεται στο θέμα της σωστής διαχείρισης του εμβληματικού άξονα, που είναι το περισσότερο χαρακτηριστικό τοπίο της Θεσσαλονίκης του εικοστού αιώνα και αποτελεί το μόνο δείγμα μερικής υλοποίησης της αρχιτεκτονικής εικονογραφίας του Hébrard. Η συστηματική ανάγνωση των παραμέτρων του από το όραμα έως την υλοποίηση, δεν είχε έως σήμερα μελετηθεί επαρκώς, καθώς, κατά παράδοξο τρόπο, δεν αποτέλεσε κεντρικό θέμα των ακαδημαϊκών και συνθετικών επιλογών.
Η κεντρική ιδέα της θεώρησης, που αποτέλεσε τη βάση της προσέγγισης, η οποία εκτέθηκε στη Μπιενάλε επιχείρησε να δώσει μιαν εναλλακτική απάντηση στο επίκαιρο ερώτημα που έθεσε ο κεντρικός επιμελητής Hashim Sarkis «Πως θα ζήσουμε μαζί;» σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο αυξανόμενων ανισοτήτων και αντιθέσεων. Το βουλεβάρτο της Αριστοτέλους, που σχεδιάστηκε πριν από ένα αιώνα ως μια «Λεωφόρος της Κοινωνίας των Εθνών», λειτουργεί σήμερα με τη μορφή ενός αστικού συμπυκνωτή για διαφορετικές
κοινωνικές ομάδες. Φιλοξενεί πολλαπλές χρήσεις και αλλάζει χαρακτήρα από τις πολυτελείς επιλογές της παραλίας ως τις λαϊκές αγορές και τους τόπους συγκέντρωσης μεταναστών ψηλότερα. Αποτελεί τον κατ’ εξοχήν τόπο που ενσωματώνει ορατά στοιχεία του ιστορικού παλίμψηστου της κεντρικής Θεσσαλονίκης με την παρουσία μνημείων από την αρχαιότητα και νεότερες εποχές (Αρχαία Αγορά, Άγιος Δημήτριος, Παναγία Χαλκέων, Μπέη Χαμάμ, πολυώροφες οικοδομές με νεοβυζαντινά στοιχεία του σχεδίου Hébrard). Όλα αυτά τα στοιχεία ενοποιούνται με ενιαίες προοπτικές χαράξεις, πλατείες, στοές, γραμμικές λωρίδες πρασίνου και άλλα στοιχεία αστικού σχεδιασμού.
Είναι γεγονός ότι η μεγάλη χειρονομία του κεντρικού άξονα δεν υλοποιήθηκε συνολικά, αποδομήθηκε μερικώς και ενσωμάτωσε ιστορικά, αλλά και ετερόκλητα στοιχεία του αστικού παλίμψηστου. Δημιουργήθηκε, όμως, ένα μοναδικό ιστορικό σύνολο με επείγουσες ανάγκες ανάδειξης. Η απόφαση του Δήμου για την ανάπλαση της πλατείας και της οδού Αριστοτέλους εντάσσεται σε μια αναγκαία κίνηση αναβάθμισης της μοναδικής ταυτότητας της νεότερης Θεσσαλονίκης, αν και κακώς περιορίζεται στο τμήμα κάτω από την Εγνατία που, σε επίπεδο αρχιτεκτονικής της πόλης, είναι αρκετά παγιωμένο. Η μνημειακή λεωφόρος είναι πολύτιμο πολιτισμικό αγαθό και αποτελεί τον εμβληματικότερο δημόσιο χώρο της πόλης. Ωστόσο, από τα προαναφερθέντα, τεκμηριώνεται, εκ των πραγμάτων, το γεγονός ότι κάθε επέμβαση προϋποθέτει μιαν προσεκτική ανάγνωση. Η ανάπλαση του άξονα πρέπει να μην υποβαθμίζει τα συστατικά του στοιχεία. Αυτό οδηγεί στην αναγκαιότητα να είναι διαχρονική και μινιμαλιστική, υποδηλώνοντας, ωστόσο, την σύγχρονη φάση που αυτή θα εκφράζει.
Επιλέχθηκε η προκήρυξη ενός διαγωνισμού προσχεδίων και όχι ιδεών και η συμμετοχή ήταν περιορισμένη. Στην περίπτωση διαγωνισμού αυτής της μορφής, που γίνεται σε έναν σημαντικό ιστορικό τόπο, είναι ιδιαίτερα χρήσιμο να προκαθορίζονται με σαφείς προδιαγραφές τα όρια των παρεμβάσεων. Για παράδειγμα, επιβάλλεται η ανάδειξη των διατηρητέων προσόψεων με ελεύθερη θέασή τους και η διατήρηση ορισμένων ιστορικών χαράξεων, όπως η υλοποιημένη κεντρική νησίδα πρασίνου στο δρόμο και οι πλευρικές στην πλατεία. Τέτοιοι περιορισμοί μπορούν να οδηγήσουν σε συγκρίσιμες βιώσιμες λύσεις, εξασφαλίζοντας παράλληλα την προστασία της αρχιτεκτονικής ταυτότητας του άξονα.
Το μοναδικό τοπίο της Αριστοτέλους προϋποθέτει χειρισμούς αποστασιοποίησης από τις ενδεχόμενα υπερβολικές μετανεωτερικές εκφράσεις, που κυριαρχούν ακόμη στο διεθνές αρχιτεκτονικό προσκήνιο. Η επίμονη οικονομική κρίση και η πανδημία έχουν, κατά την άποψή μου, μεταβάλλει το σκηνικό. Είμαστε, μάλλον, στη φάση που το παλιό, όπως θα έλεγε ο Γκράμσι, έχει πεθάνει, αλλά το νέο δεν έχει ακόμη αποκτήσει συγκεκριμένη δομή. Σε αυτό το πλαίσιο, μερικές επιλογές των προτάσεων που διακρίθηκαν στο διαγωνισμό για την Αριστοτέλους δημιουργούν εύλογους προβληματισμούς. Στους περισσότερους σχεδιασμούς δεν φαίνεται να συνυπολογίζεται ο μοναδικός σύνθετος χαρακτήρας του τόπου, αλλά μάλλον προωθείται το ιδίωμα που υιοθετούν οι δημιουργοί τους, ενταγμένο στο τρέχον και πιθανόν προβληματικό διεθνές lifestyle.
Έτσι προέκυψαν προτάσεις που κατακερματίζουν την Αριστοτέλους σε «δωμάτια», αντιβαίνοντας στη χαρακτηριστική ενότητα ενός κεντρικού άξονα, που συνδέει τις περιοχές. Σε πολλές περιπτώσεις προτείνονται εκτεταμένες φυτεύσεις με εξωτικά φυτά κοντά στις μοναδικές ενιαίες προσόψεις, αγνοώντας ότι ο αρχικός σχεδιασμός υλοποιήθηκε όπως προβλεπόταν από τον Hébrard με κεντρική λωρίδα πρασίνου. Ένα άλλο άστοχο παράδειγμα αποτελούν οι προτάσεις δημιουργίας δεξαμενών ή πιδάκων δίπλα στη θάλασσα με υποθετικές αναφορές σε ανάγκες δροσισμού εκεί όπου αυτό δεν απαιτείται. Η κεντρική πλατεία πρέπει να είναι ενιαία, ευέλικτη και να υποδέχεται πολλαπλές χρήσεις. Επιπλέον, είναι, προφανώς, λανθασμένο να προτείνονται βαριά κτισμένα μόνιμα στέγαστρα, που κρύβουν τις προσόψεις των οικοδομών της πλατείας.
Ένα τελευταίο, αλλά πολύ σημαντικό ζήτημα είναι η διαπίστωση της ανάγκης εκτίμησης των περιβαλλοντικών δυνατοτήτων του διαδρόμου της κεντρικής λεωφόρου που συνδέει τις απολήξεις του Χορτιάτη στην Άνω Πόλη με τη θάλασσα και τον Όλυμπο. Αυτές ήδη ενυπήρχαν στο σχεδιασμό του Hébrard και μπορούν να ενισχυθούν με κατάλληλες επιλογές (απορροφητικών δαπέδων διευκόλυνσης του αερισμού κλπ), ώστε να λειτουργεί ως κλιματικός ρυθμιστής για την ευρύτερη κεντρική περιοχή.
Με αυτά τα δεδομένα, εκτιμώ ότι ο ανασχεδιασμός και η ανάδειξη του μοναδικού τοπίου του μνημειακού άξονα της Αριστοτέλους πρέπει να αποκτήσει έναν χαρακτήρα αυτοπεριορισμού. Τα προτεινόμενα πρωτότυπα νέα στοιχεία πρέπει να ενταχθούν στο υφιστάμενο πλαίσιο. Η παρουσία τους πρέπει να εξυπηρετεί πρωταρχικά την ανάδειξη της σύνθετης εκλεκτικής σκηνογραφίας, που έχει προκύψει από τα διαχρονικά και τα νεότερα αρχιτεκτονικά στοιχεία.
Ένα σημαντικό θέμα είναι ότι οι επεμβάσεις δεν θα έχουν νόημα αν εντοπιστούν, όπως συνήθως γίνεται στην Ελλάδα, στα δάπεδα και στους κοινόχρηστους χώρους. Η ανάπλαση θα λειτουργήσει εάν περιλαμβάνει τα κελύφη. Η ενιαία χρωματική ανανέωση των προσόψεων και η αντικατάσταση των ετερόκλητων επιγραφών με νέες διακριτικές και ενταγμένες σε κατάλληλες θέσεις είναι η ελάχιστη απαιτούμενη συνθήκη για μια ανάδειξη της συνολικής εικόνας. Σήμερα, μετά από δεκαετίες χρήσης χωρίς συστηματική συντήρηση, η κατάσταση των κοινόχρηστων χώρων, αλλά και των εσωτερικών εγκαταστάσεων είναι προβληματική. Αυτό δυστυχώς συχνά ισχύει ακόμη και για τις περιζήτητες ακριβές πολυκατοικίες στο χαμηλότερο τμήμα του άξονα. Με αυτά τα δεδομένα, ουσιαστικές παρεμβάσεις αναβάθμισης και ανακαίνισης στις οικοδομές είναι χρήσιμες για να αναζωογονηθεί το κέντρο της Θεσσαλονίκης.
Για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, πρέπει να επιδιωχθεί η ένταξη των αναπλάσεων σε κατάλληλα ευρωπαϊκά προγράμματα, τα οποία προσφέρονται, αλλά σπάνια αξιοποιούνται στη χώρα μας για πολλούς λόγους, μεταξύ των οποίων αναφέρω τις δυσκολίες διαχείρισης που προκύπτουν από τον κατακερματισμό των οριζόντιων ιδιοκτησιών στις περισσότερες οικοδομές. Η ενιαία υλοποίηση προτάσεων που θα ακολουθούν ένα όραμα για μια βιώσιμη, περιβαλλοντική αποκατάσταση και ανάδειξη της μεγάλης χειρονομίας της Θεσσαλονίκης απαιτεί από την τοπική και την κεντρική εξουσία να ξεπεράσει τις συνήθεις μικροπολιτικές διαμάχες και να προσπαθήσει να αναγνώσει σωστά τις δυνατότητες που ενυπάρχουν, ώστε να γίνει μια πραγματική μητροπολιτική χειρονομία.
*Ο Νίκος Καλογήρου είναι Ομότιμος Καθηγητής του ΑΠΘ
Πηγή: parallaximag.gr