Είναι πραγματικά λυπηρό πώς στη Θεσσαλονίκη εμβληματικά κτίρια του παρελθόντος έχουν αφεθεί στη μοίρα τους και παραμένουν επί χρόνια σε απόλυτη εγκατάλειψη. Βιομηχανική και αστική κληρονομιά μιας άλλης εποχής που ρημάζει αντί να αξιοποιείται.
Μία από αυτές τις περιπτώσεις είναι και η περιοχή του Ντεπώ, με την Parallaxi να φέρνει για μία ακόμη φορά το θέμα στο προσκήνιο.
Η ιστορία του
Στη συμβολή των οδών Βας. Όλγας και Δελφών, λίγο μετά τη Βίλα Μπιάνκα, ένας ψηλός μαντρότοιχος περιβάλει το Σταθμό Οχημάτων της Αστυνομίας. Στην πλευρά που βλέπει στη Βασ. Όλγας δυο πολύ όμορφα κτίρια σε εγκατάλειψη, μαρτυρούν την προηγούμενη χρήση του Σταθμού. Σ΄αυτόν άλλωστε οφείλει και το όνομά της η περιοχή: Ντεπό. Στα γαλλικά η λέξη σημαίνει αποθήκες και εκεί στις αρχές του προηγούμενου αιώνα ήταν οι εγκαταστάσεις της Εταιρείας Τροχιοδρόμων και Ηλεκτροφωτισμού, κοινώς οι Σταύλοι (αρχικά), οι αποθήκες και τα γραφεία του Τραμ.
Τα κτίρια είναι σε σχέδια του αρχιτέκτονα της Συνοικίας των Εξοχών, Πιερό Αριγκόνι (Βίλα Μπιάνκα, Ιπποκράτειο κ.ά.) Το Τραμ εγκαινιάστηκε επίσημα, ως ιππήλατο καταρχάς, το Μάιο του 1893, (ηλεκτροκίνητο σταδιακά από το 1908) στο εξοχικό κέντρο «Κήπος του Αλέξανδρου» (σήμερα εκεί βρίσκεται η εκκλησία της Ανάληψης).
Τα κτίρια του Ντεπό παραχωρήθηκαν λίγο αργότερα στην Αστυνομία και καμιά ενέργεια δεν γίνεται για την αποκατάστασή τους αλλά και του περιβάλλοντα χώρου. Η απόφαση του 1994 που τα χαρακτηρίζει ως διατηρητέα, αναφέρει: «Χαρακτηρίζουμε ως ιστορικά διατηρητέα μνημεία, τα κτίρια της ” Εταιρείας Τροχιοδρόμων και Ηλεκτροφωτισμού ” στο Ντεπό Θεσσαλονίκης, ιδιοκτησίας του Δημοσίου, διότι πρόκειται για σημαντικά κτίρια νεότερης αστικής υποδομής, έργο του αρχιτέκτονα Ρ. Αrigoni, τα οποία αποτελούν ιστορικό σημείο αναφοράς και σημαντική μαρτυρία για την πολεοδομική ανάπτυξη της πόλης της Θεσσαλονίκης προς τα ανατολικά. Επίσης ορίζεται ζώνη προστασίας τα όρια του οικοπέδου (ΑΒΓΔ στο συνημμένο τοπογραφικό διάγραμμα) για την προβολή και ανάδειξη των διατηρητέων κτιρίων”.
Η παρακμή αυτής της σπουδαίας αστικής κληρονομιάς ξεκινά το 1952, με την ίδρυση του καταραμένου ΟΑΣΘ, οπότε και ξηλώθηκε αρχικά το 1954 η γραμμή της Β. Όλγας και σταμάτησε το 1957 η λειτουργία του τραμ ως ανταγωνιστικό μέσο.
Το οικόπεδο του αμαξοστασίου αποτελείται συνολικά από 10.000 τετραγωνικά μέτρα περιλαμβάνοντας αρκετά κτίρια. Μέχρι πριν λίγα χρόνια στέγαζε μηχανοκίνητες δυνάμεις της ΕΛ.ΑΣ. Αργότερα, επί δημαρχίας Μπουτάρη, εκκενώθηκε και παραδόθηκε προς εκμετάλλευση στο Δήμο Θεσσαλονίκης.
Ενώ θα μπορούσε να αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης για όλη την ανατολική Θεσσαλονίκη, σήμερα για όποιον μένει στη γειτονιά ή για όποιον διασχίζει τη Β. Όλγας ή τη Σοφούλη η εικόνα είναι μια εικόνα εγκατάλειψης και παρακμής. Μια παρακμή που κρατά χρόνια για αυτή την απίστευτη αστική κληρονομιά που αποτελεί πλέον χώρο τοποθέτησης αντικειμένων που δεν χρησιμοποιούνται πλέον.
Η περίπτωση του Πειραιά που δείχνει το δρόμο
Εταιρείες υψηλής τεχνολογίας, λογισμικού και υπηρεσιών που αφορούν το διαδίκτυο, γνωρίζουν τα τελευταία χρόνια ραγδαία άνθηση και στην Ελλάδα. Η ανάγκη για χώρους εργασίας μεγαλώνει διαρκώς. Στριμωγμένοι σε καταστήματα που έκλεισαν και μετά νοικιάστηκαν σαν γραφεία, σε παλιές αποθήκες στο Φοίνικα, ακόμα και σε διαμερίσματα, ψάχνουν να βρουν χώρους συνολικής εγκατάστασης και δημιουργίας κυψελών συνεργασίας.
Γιατί λοιπόν ο Δήμος Θεσσαλονίκης δε σκέφτεται σοβαρά τη δημιουργία Hub; Φανταστείτε τη μεταμόρφωση μιας ολόκληρης γειτονιάς αν ο Δήμος επισκεύαζε αυτά τα κτίρια με ένα πρόγραμμα από τα δεκάδες που υπάρχουν, ή ακόμα και με δωρεά ενός ιδρύματος και καλούσε να τα νοικιάσουν αυτές οι εταιρίες οι οποίες θα συνυπήρχαν εδώ. Χιλιάδες νέοι άνθρωποι καθημερινά να εργαζόταν εδώ, να κυκλοφορούσαν εδώ, να έκαναν το διάλειμμα τους εδώ, να γευμάτιζαν και να έπιναν τον καφέ τους και κυρίως να παρήγαγαν σε ένα πνεύμα συνεργασίας.
Μήπως η περίπτωση του Πειραιά και των πρώην καπναποθηκών του Παπαστράτου πρέπει να αποτελέσει παράδειγμα;
Από το 2018 έχουν ήδη μετατραπεί σε ένα υπερσύγχρονο κτίριο γραφείων με μισθωτή τη γαλλική πολυεθνική Teleperformance, όπου πλέον απασχολούνται σήμερα 1.600 εργαζόμενοι.
Το δεύτερο οικοδομικό τετράγωνο, όπου παλιά βρισκόταν το τυπογραφείο της Παπαστράτος πέρασε πριν λίγους μήνες στο τελευταίο στάδιο ανάπτυξης ώστε να παραδοθεί οριστικά στους ενοικαστές. Αναπτύσσεται από κοινού από τις Dimand – EBRD – Grivalia και στις χώρους του θα εργάζονται επιπλέον 2.400 εργαζόμενοι της Teleperformance.
Όσο για το τρίτο, εκεί που κάποτε βρίσκονταν οι εγκαταστάσεις παραγωγής καπνού και τα γραφεία διοίκησης της Παπαστράτος, βρίσκεται και αυτό σε διαδικασία αναβάθμισης, με σκοπό να φιλοξενήσει 3.200 συνολικά εργαζόμενους, τόσο της Teleperformance όσο και της Alpha Bank, που θα μετεγκαταστήσει εκεί τα τμήματα πληροφορικής και software της τράπεζας.
Το master plan που θα δώσει νέο αέρα
Μία από τις φιλόδοξες προτάσεις, που έχουν κατά καιρούς ακουστεί, για τη μεταμόρφωση της περιοχής, είναι και αυτό του Master Plan «Διαμόρφωση υπαίθριου χώρου – Περιοχή Ντεπώ» που παρουσιάστηκε στα πλαίσια του Thessaloniki European Youth Capital 2014.
Μέσα από αυτό καταγράφονταν τα προβλήματα, αλλά και οι προτάσεις που γίνονται για την επίλυση τους.
Οι παραμελημένοι και επικίνδυνοι χώροι (βλάστηση, μπάζα, βαρέλια με πετρέλαιο, τζάμια, μπαταρίες αυτοκινήτων) θα μπορούσαν να καθαριστούν από ειδικό κλιμάκιο και εθελοντές.
Τα ογκώδη αντικείμενα (κοντέινερ, ελαφριές κατασκευές) που βρίσκονται σε μη λειτουργικές θέσεις θα μπορούσαν να μετακινηθούν/αξιοποιηθούν/κατεδαφιστούν, ανάλογα με τη θέση και το χώρο τους.
Όσον αφορά τα σκουριασμένα μεταλλικά στοιχεία στο στέγαστρο, προτείνεται ο έλεγχος καταλληλόλητας του από αρμόδιο συνεργείο, καθώς και η συντήρηση και αναβάθμιση του για στέγαση δραστηριοτήτων.
Σχετικά με τις λακούβες στο οδόστρωμα, τις ανοιχτές θεμελιώσεις, αλλά και τις επικίνδυνες μεταλλικές προεξοχές από το έδαφος, θα υπάρξει μέριμνα για την επιδιόρθωση τους, την εξομάλυνση του εδάφους και την μερική ασφαλτόστρωση.
Το master plan εστιάζει και στην συντήρηση της μη λειτουργικής και προβληματικής από πλευρά αισθητικής, πύλης.
Μέσα από την απομάκρυνση των επικίνδυνων στοιχείων και με δημιουργικούς τρόπους (φράχτης με παλέτες, φύτευση) θα περιοριστεί η πρόσβαση στα διατηρητέα κτίρια.
Προδιαγραφές και απαιτήσεις
- Ανάδειξη και αποκατάσταση της πύλης και δημιουργία χώρου υποδοχής
- Περιορισμός της πρόσβασης στα διατηρητέα κτίσματα
- Δημιουργία χώρων υγιεινής και αποθηκευτικών χώρων
- Διαμόρφωση χώρων για εικαστικές και καλλιτεχνικές δράσεις (εκθέσεις, δρώμενα, συγκεντρώσεις)
- Διαμόρφωση χώρου για αναψυκτήριο
- Εξωτερικός φωτισμός
Η σύνδεση του βιομηχανικού παρελθόντος με το φυσικό πράσινο του ρέματος
Τον Μάιο του 2018 μία ομάδα φοιτητών του Τμήματος Αρχιτεκτονικής του ΑΠΘ, που αποτελείται από τους Ευδοξία Γκολομπία, Παυλίνα Γουμενάκη, Ελευθερία Γραμματοπούλου και Ιωάννη Κιοσέ, κατέθεσαν το δικό τους όραμα για την αξιοποίηση του χώρου μέσω μιας αρχιτεκτονικής μελέτης που έκαναν στα πλαίσια του μαθήματός τους στο ΑΠΘ “Σχεδιασμός Τοπίου και Αστικών Υπαίθριων Χώρων”.
Μέσω της ανάλυσης του οικοπέδου μελέτης, του ρέματος με το οποίο γειτνιάζει καθώς και της ευρύτερης συνοικίας του Ντεπώ, έγινε ευκρινής η μεγάλη ιστορική και περιβαλλοντική σημασία του χώρου αυτού, για ολόκληρη την πόλη της Θεσσαλονίκης. Παίρνοντας το όνομά της από τη γαλλική λέξη “Dépôt” που σημαίνει αποθήκη, η περιοχή συνδέθηκε στενά με τη λειτουργία του Τραμ Θεσσαλονίκης που μέχρι το 1957 εξυπηρετούσε τη συγκοινωνία της πόλης. Το παραμελημένο, σήμερα, οικόπεδο, που περιβάλλεται από τις οδούς Βασιλίσσης Όλγας, Δημητρακοπούλου και Νέστορος Τύπα και το 14ο Γυμνάσιο – Λύκειο Θεσσαλονίκης, διέθετε άλλοτε ισχυρή λειτουργική και χωρική σημασία, στεγάζοντας από το 1894 και για περισσότερο από μισό αιώνα, τα γραφεία της Βελγικής Εταιρείας Τροχιοδρομών και το αμαξοστάσιο του Τραμ της Θεσσαλονίκης. Επιπλέον, η γειτνίαση του με έναν σημαντικό, για την περιοχή, άξονα πρασίνου, κατά μήκος του ανοιχτού τμήματος του ρέματος που διασχίζει το συγκεκριμένο σημείο της πόλης, ενισχύει την αξία του, συνδέοντάς το με έναν μοναδικό για τα αστικά δεδομένα της Θεσσαλονίκης βιότοπο, που διαθέτει εντυπωσιακά είδη βλάστησης. Ως σχεδιαστικός στόχος της πρότασης ανασχεδιασμού του οικοπέδου, τέθηκε η ανάδειξη των δύο αυτών καθοριστικών ποιοτήτων που διέθετε διαχρονικά ο χώρος, δηλαδή η σύνδεσή του με το βιομηχανικό παρελθόν της πόλης και με το φυσικό πράσινο του ρέματος.
Η μελέτη, λοιπόν, επικεντρώνεται στη διαμόρφωση ενός αστικού πάρκου – χώρου πρασίνου, μέσα στα όρια του οικοπέδου, που θα βελτιώσει την ποιότητα ζωής των κατοίκων της περιοχής ενισχύοντας την υπάρχουσα παραρεμάτια βλάστηση και το συνολικό πράσινο της πόλης, μέσα στο οποίο θα εκτίθενται ιστορικά τεκμήρια της βιομηχανικής εποχής κατά την οποία πρωτοδιαμορφώθηκε το οικόπεδο και τα κτίρια του (όπως το ιστορικό βαγόνι του Τραμ που παραμένει στον χώρο του οικοπέδου, έχοντας υποστεί σοβαρές φθορές με το πέρασμα του χρόνου καθώς και άλλα αντικείμενα βιομηχανικού εξοπλισμού που διαθέτει η πόλη μας). Προτείνεται, δηλαδή, η αξιοποίηση και αναδιαμόρφωση του χώρου ως αστικό πάρκο –υπαίθριο μουσείο ανάδειξης της βιομηχανικής ιστορίας της πόλης.
Η υποβαθμισμένη στάθμη του οικοπέδου σε σχέση με τις οδούς Βασιλίσσης Όλγας και Δημητρακοπούλου δημιουργούν περιμετρικά του κατακόρυφα όρια (αναλληματικούς τοίχους ή διαφορές επιπέδων), τα οποία σε συνδυασμό με την αποκοπή του από το ρέμα (λόγω υπάρχοντος διαχωριστικού τοίχου), δυσχεραίνουν την πρόσβαση στο οικόπεδο καθιστώντας ακόμα πιο δύσκολη την αξιοποίησή του.
Στοιχείο έμπνευσης για τον ανασχεδιασμό του οικοπέδου μελέτης αποτέλεσε ο περίκλειστος χαρακτήρας του καθώς και ο τοίχος που σήμερα αποκόπτει τον χώρο του ρέματος από το υπόλοιπο οικόπεδο. Ο τοίχος αυτός, κατασκευασμένος την ίδια εποχή με τα διατηρητέα κτίρια του οικοπέδου (αρχές του 20ου αιώνα), επιλέχθηκε ως σημαντικό στοιχείο, άξιο προς διατήρηση και ανάδειξη, χάρη στην ιδιότητά του να δημιουργεί, σε συνδυασμό με την υψηλή παραρεμάτια βλάστηση, μια ενδιαφέρουσα ατμόσφαιρα κλειστότητας, δρομικότητας και απομόνωσης και να μετριάζει την οπτική και ακουστική όχληση του γύρω αστικού τοπίου. Η σχεδιαστική λύση, ξεκινά με την διάνοιξη οπών στον ιστορικό αυτόν τοίχο με στόχο τη σημειακή ενοποίηση του οικοπέδου με το ρέμα, τόσο οπτικά όσο και χωρικά.
Παράλληλα, σε όλη την έκταση του οικοπέδου διαμορφώνονται κατακόρυφα τοιχία (συμπαγή ή διάτρητα, χαμηλά ή ψηλά), εμπνεόμενα από τον ιστορικό τοίχο, τα οποία ενισχύουν την πολυπλοκότητα του πάρκου, εξασφαλίζουν διαφορετικές ποιότητες χώρου και εντείνουν το παιχνίδι της εξερεύνησης για στους χρήστες επιτρέποντας τη σταδιακή ανακάλυψη των ποιοτήτων αυτών. Μέσω του σχεδιασμού αυτών των τοιχίων, δημιουργούνται “μικροτοποθεσίες” που διαφοροποιούνται όσον αφορά την κλίμακα, την στενότητα, την ποσότητα φύτευσης και το είδος εδάφους (μαλακό, σκληρό).
Στα πλαίσια της σχεδιαστικής αυτής αναδιαμόρφωσης του οικοπέδου, ο ιστορικός χαρακτήρας της βιομηχανικής περιόδου επιλέγεται να αναδειχθεί μέσω της υπαίθριας έκθεσης αντικειμένων βιομηχανικού εξοπλισμού (ράγες τραμ, βαγόνι, τροχοί κ.α). Τα υπαίθρια αυτά εκθέματα, προτείνεται να τοποθετηθούν στα κομβικά σημεία του πάρκου και σε συσχετισμό με τα τοιχία, ενισχύοντας τις “μικροτοποθεσίες” που αυτά διαμορφώνουν. Τα εκθέματα φανερώνονται σταδιακά στους επισκέπτες του πάρκου μέσω διαμορφωμένων οπών στα τοιχία που τα περιβάλλουν καθώς και μέσω της σταδιακής μεταβολής της πυκνότητας της γύρω φύτευσης.
Τα διατηρητέα κτίσματα που υπάρχουν ήδη στο οικόπεδο, γίνονται μέρος του πάρκου και μουσεία του “εαυτού τους” και της ιστορικότητας του χώρου. Στεγάζουν και αυτά και βιομηχανικά εκθέματα, όπως και αστικά καθιστικά ενώ μία από τις τέσσερις παλιές αποθήκες, μετατρέπεται σε χώρο αναψυχής – εστιατόριο, λειτουργώντας ως πόλος έλξης και επισκεψιμότητας. Με στόχο την περαιτέρω ανάδειξη των ιστορικών αυτών κτιρίων καθώς και την επίτευξη διαφορετικών οπτικών φυγών προς το πάρκο, σχεδιάζεται ελαφριά μεταλλική γέφυρα που διαπερνά το εσωτερικό των αποθηκών και επιτρέπει τη δημόσια προσπέλαση από την οδό Βασιλίσσης Όλγας προς την οδό Δημητρακοπούλου. Τέλος, προτείνεται η διαπλάτυνση του πεζοδρομίου της οδού Βασιλίσσης Όλγας στο σημείο συμβολής της με την οδό Δημητρακοπούλου, για την οποία, επιπρόσθετα, υπάρχει πρόθεση πεζοδρόμησης με σκοπό τη δημιουργία ενός φιλικότερου, προς τον πεζό, αστικού περιβάλλοντος, λαμβάνοντας υπόψη το σχολείο και την συνοικία Ουζιέλ που συνορεύουν με την περιοχή του οικοπέδου.
Η επιλογή της φύτευσης που προτείνεται για τον χώρο του οικοπέδου αξιοποιεί το υπάρχον οικοσύστημα που έχει διαχρονικά διαμορφωθεί γύρω από το ρέμα. Η θέση των καθιστικών επιλέγεται λαμβάνοντας υπόψιν τις ροές των επισκεπτών και τις ποιότητες χώρου που διαμορφώνουν τα τοιχία. Η σημειακή τοποθέτηση του υγρού στοιχείου στην πλατεία που σχεδιάζεται μπροστά από τις διατηρητέες αποθήκες, έχει στόχο τον έλεγχο του μικροκλίματος και την αντανάκλαση του εκθέματος που βρίσκεται πάνω σε αυτό.
ΠΗΓΗ: parallaximag.gr