Του Δημήτρη Κέττα

Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη άρρηκτα συνδεδεμένη με τον αθλητισμό τόσο τον επαγγελματικό όσο και τον ερασιτεχνικό. Έχει μια μακρόχρονη ιστορία στο χρόνο με πάρα πολλές επιτυχίες, έχει να επιδείξει σπουδαίες αθλητικές μορφές και ως αθλητές και ως ανθρώπους και έχει γράψει τη δική της ιστορία σε αυτό το χώρο.

Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, γιατί είναι στη φύση της, είναι στην κουλτούρα της, είναι στην ιστορία της, η Θεσσαλονίκη θα πρέπει να έχει τις κατάλληλες υποδομές θα πρέπει να δίνει τις κατάλληλες ευκαιρίες στους πολίτες της, ώστε να έχουν άμεση και καθημερινή επαφή με τον αθλητισμό.

Και όταν μιλάμε για πολίτες εννοούμε όλους τους πολίτες, χωρίς διακρίσεις, πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα πρέπει απλά να φτιαχτούν πέντε γήπεδα και τρεις εγκαταστάσεις, θα πρέπει αυτές οι υποδομές να έχουν κεντρικό θέμα την προσβασιμότητα όλων, ούτως ώστε κανένας πολίτης να μην νιώθει
παραγκωνισμένος.



Τα τελευταία χρόνια στη Θεσσαλονίκη έχουμε κάνει βήματα προς τα πίσω σε αυτόν τον τομέα. Έχουν παραμεληθεί πάρα πολλές εγκαταστάσεις με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το Καυτανζόγλειο στάδιο και τον περιβάλλοντα χώρο του, το οποίο αποτελεί κοιτίδα αθλητισμού για την Θεσσαλονίκη και δεν τηρεί καν τους βασικούς κανόνες και τις προϋποθέσεις προσβασιμότητας.

Έτσι λοιπόν ενώ η Θεσσαλονίκη μπορεί να καυχιέται για τον τίτλο ως «ευρωπαϊκή πόλη αθλητισμού 2024», πίσω αυτό το φανταχτερό τίτλο κρύβονται πολλά και διαχρονικά προβλήματα σε θέματα υποδομών που απαιτούν άμεση λύση από την επόμενη Δημοτική Αρχή. Πέραν αυτών δεν πρέπει να κρυφτεί κάτω από χαλί και το πρόβλημα της αθλητικής βίας, που έχει πληγώσει πάρα πολύ την πόλη και πρέπει να ληφθούν δράσεις από όλους, από ολόκληρη την πόλη, από κάθε πλευρά ή πτυχή αυτής της πόλης, έτσι ώστε η Θεσσαλονίκη να αποτελεί πρότυπο καταπολέμησης της αθλητικής βίας και όχι μέρος του προβλήματος.

Social media & sharing icons powered by UltimatelySocial